Προς το 2022: Πώς και γιατί χάνουν έδαφος οι δημοκρατίες (άρθρο του Γιάννη Λούλη)




Καθώς σύντομα θα εγκαταλείψουμε το 2021, το παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό συνεχίζει να σκοτεινιάζει. Τα προβλήματα που έχουν εμφανισθεί διαθέτουν ρίζες και εύρος. Είναι σε βάθος χρόνου πιο σοβαρά, εν σχέσει με την πανδημία, που αναπόφευκτα μονοπωλεί την προσοχή μας, με την επίμονη παρουσία της, τα θύματά της, και τις πιέσεις στην καθημερινότητά μας. Πέρα όμως από την πανδημία, η πραγματικά μεγάλη απειλή είναι η ακόλουθη: Οι δημοκρατίες, παγκοσμίως, διαρκώς συρρικνώνονται. Οι δικτατορίες αυξάνονται. Γίνονται πιο σκληρές. Στην Κίνα και τη Ρωσία, που δίνουν τον τόνο στην κατεύθυνση αυτή, τα προσχήματα τελείωσαν για μια ηπιότερη καταπίεση. Οι δυο δικτάτορες, Ξι Ζινπίγκ και Πούτιν, προβάλλουν και υλοποιούν, την απόλυτη εξουσία τους. Ο πρώτος, είναι ένας νέος Μάο Τσε Τουνγκ, στο πλαίσιο ενός ιδιότυπου καπιταλισμού, με πανταχού παρόντα το μοναδικό («κομμουνιστικό») κόμμα, που ελέγχει κάθε πτυχή της ζωής των πολιτών ηλεκτρονικά. Και αμείλικτα.

Πόσα έχουν αλλάξει από το ορόσημο του 1989, όταν έπεσε το τείχος στο Βερολίνο, όταν τέλειωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, κατέρρευσε το Σοβιετικό Μπλοκ, και άρχισαν να πολλαπλασιάζονται θεαματικά οι δημοκρατίες; Πολλά. Οι φωτεινές προοπτικές για τις καπιταλιστικές δημοκρατίες, δεν διήρκεσαν πολύ. Πάντως η ηγετική δύναμη των δημοκρατιών, η Αμερική, ήταν πλέον η μόνη υπερδύναμη. Ολόκληρες γεωγραφικές περιοχές δημοκρατικοποιήθηκαν (λ.χ. η Λ. Αμερική). Πάνω από όλα όμως, αποτελούσαν ένα παγκόσμιο πρότυπο. Τούτο, οι υπόλοιπες χώρες, καλούντο να το μιμηθούν. Η μόνη υπερδύναμη, και οι δημοκρατίες γενικά, με τους προβολείς πάνω τους, είχαν όμως ένα βαρύ φορτίο: Να πείσουν ότι υπηρετούσαν αρχές και αξίες ταυτισμένες με το πρότυπο αυτό. Τι έπραξαν όμως; Και κυρίως, τι έπραξε η υπερδύναμη, ως ο μεγάλος καθρέπτης των δημοκρατιών; Καταρράκωσαν, ό,τι υποτίθεται πως αντιπροσώπευαν. Και τι βλέπουμε τώρα καθώς κλείνει το 2021;

Το τι έχει όντως συμβεί καταγράφεται στους δείκτες του FreedomHouse, μιας καταξιωμένης ανεξάρτητης οργάνωσης, που διαχρονικά, καταγράφει τις παγκόσμιες τάσεις σχετικά με την ελευθερία και τη μορφή των καθεστώτων. Η πιο πρόσφατη μελέτη (FreedomintheWorld, 2021) κάνει μια κεντρική επισήμανση: «Οι αυταρχικές τάσεις κυριαρχούν». Τι συμβαίνει λοιπόν; Αυξάνονται επιθετικά οι τάσεις ανελευθερίας, με αφετηρία το 2005. Πού κορυφώνεται το αρνητικό ρεκόρ ανελευθερίας; Στο 2020 (καθώς το 2021 δεν έχει κλείσει τυπικά), με 73 χώρες να χάνουν ελευθερίες, ενώ μόνο 28 να κερδίζουν. Τώρα πλέον το ποσοστό των χωρών που χαρακτηρίζονται ως «μη ελεύθερες» είναι το υψηλότερο εδώ και 15 χρόνια! Με δεδομένο ότι αυξάνονται οι πλήρως και μερικώς ανελεύθερες χώρες τώρα, μόνο το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε Ελεύθερες Κοινωνίες. Ταυτόχρονα, με βάση τους σχετικούς δείκτες, η Αμερική, η ηγέτιδα του δημοκρατικού στρατοπέδου, σε επίπεδο ελευθεριών χάνει έδαφος. Πέφτει 11 θέσεις, και βρίσκεται ανάμεσα σε 25 χώρες που έχουν υποστεί την ίδια μοίρα! (βλ. τηνανάλυση“Democracy under Siege”στοσάιττου Freedom House)

Όλα αυτά δεν είναι υψιπετείς θεωρίες, αλλά χειροπιαστές πρακτικές που έχουν μετρηθεί με δείκτες, ενώ αποτελούν μια ιστορική καταγραφή δεκαετιών. Έτσι, ό,τι άρχισε να χτίζεται το 1989, στη συνέχεια άρχισε να κατεδαφίζεται, ειδικά από το 2000, με πρωταγωνίστρια την Αμερική και συνένοχους κάποιες άλλες δημοκρατίες. Η πρώτη προειδοποίηση ήρθε το 1999, σε άρθρο του διάσημου πολιτικού επιστήμονα SamuelHuntington στο εμβληματικό περιοδικό ForeignAffairs υπό τον τίτλο «Η μοναχική υπερδύναμη» (“Thelonelysuperpower”). Προειδοποιώντας την Αμερική να μην καταληφθεί από αλαζονεία, δρώντας μονομερώς. Αυτή η αλαζονεία, ήδη ξεκινούσε επίπροεδρίας Κλίντον. Θα γίνονταν όμως οδοστρωτήρας επί Μπους (νεότερου). Και θα συνεχίζονταν (πιο ωραιοποιημένη) από τον Ομπάμα, έναν δήθεν φιλελεύθερο πολιτικό, με πολλαπλά προσωπεία του «φαίνεσθαι». Επί Μπους πάντως, η υπερδύναμη, αξιοποιώντας το τρομοκρατικό χτύπημα, μιας μικρής και ακραίας ισλαμιστικής οργάνωσης στην καρδιά της Αμερικής, υλοποίησε μια προϋπάρχουσα στρατηγική με στόχο τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής. Εισβάλλοντας στο Ιράκ. Η εισβολή στηρίχθηκε σε ψεύδη. Το διεθνές δίκαιο καταρρακώθηκε. Κυριάρχησε η απόλυτη ανομία. Ποδοπατήθηκαν φιλελεύθερες αξίες. Πρωταγωνίστησαν στην ανομία, Αμερική και Βρετανία, δυο χώρες με μακρά δημοκρατική παράδοση. Έτσι, το δημοκρατικό στρατόπεδο έχασε κάθε ηθικό έρεισμα. Έπαψε να είναι πρότυπο.



Ας σταθούμε λίγο όμως στον Μπους, ως σύμπτωμα μιας ακόμη πληγής στις καπιταλιστικές δημοκρατίες, που τώρα είναι πλέον διάσπαρτη. Τούτη αφορά την εντεινόμενη γύμνια του πολιτικού προσωπικού τους. Μια γύμνια, που δεν είναι προϊόν συγκυρίας αλλά ισχυρών τάσεων και βαθύτερων παθογενειών. Η εκλογή Μπους το 2000 (όπως θα πιστοποιούσαν οι πρακτικές και οι ιδέες του) φαντάζει σχεδόν απίστευτη, διότι ήταν ένας ασήμαντος, ατάλαντος και επικίνδυνος ηγέτης, ο οποίος θα κερδίζε μάλιστα δυο θητείες, για να ολοκληρώσει τον κύκλο του με τα χαμηλότερα ποσοστά Αμερικανού προέδρου στις δημοσκοπήσεις. Τον Μπους θα διαδέχονταν το απόλυτο φαινόμενο του «δήθεν» και ουσιαστικά κούφιου φιλελεύθερου, Ομπάμα, με τις δικές του παγκόσμιες ανομίες και την αποτυχημένη διαχείριση της παγκόσμιας κρίσης του 2007-2008. Αυτή εκτίναξε τις ήδη μεγάλες ανισότητες στην Αμερική (όπως αποκαλύπτουν οι AdamToozeκαιJohnCassidy, στα βιβλία τους). Έτσι, τα κοινωνικά και οικονομικά τραύματα της Αμερικής θα οδηγούσαν στην απροσδόκητη εκλογή του ακραία δεξιού λαϊκιστή Τραμπ στην προεδρία. Αυτός θα κέρδιζε κρίσιμες εργατουπόλεις. Και επειδή οι βαθιές παθογένειες, συχνά προκαλούν άλλες παθογένειες, η Αμερική θα βίωνε μια πρωτοφανή πόλωση και τις εικόνες της εισβολής φανατικών στο Καπιτώλιο μετά την ήττα του Τραμπ. Αυτές ξεπερνούσαν, κάθε φαντασία.

Η γύμνια του πολιτικού προσωπικού, σε τόσο δύσκολες συγκυρίες, αποτελεί πολύ μεγάλη πληγή. Πώς φθάσαμε στο σημείο αυτό; Δεν είναι τυχαίο ότι το φαινόμενο της γύμνιας αυτής εκδηλώθηκε με την αλλαγή του οικονομικού προτύπου των δημοκρατιών. Αρχίζει να ριζώνει από τη δεκαετία του 1980 και στη στροφή, γενικά, σε νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές. Οι πολιτικές συνεχίζονται μέχρι την εποχή μας, αν και ο όρος εγκαταλείπεται ως τοξικός. Η ουσία όμως είναι ότι στη ζυγαριά οικονομικών και πολιτικών ελίτ, οι πρώτες αρχίζουν να κυριαρχούν. Δίνουν τον τόνο. Ο διάσημος οικονομολόγος RobertReich στο πιο πρόσφατο έργο του (SavingCapitalism) γράφει πως λόγω «της εντεινόμενης ισχύος των οικονομικών ελίτ, αυτές αλλάζουν τους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού υπέρ τους». Οι πολιτικοί, σε μεγάλο βαθμό, υπηρετούν πλέον τα συμφέροντα των οικονομικών ελίτ. Ούτε είναι τυχαίο πως όταν η οικονομική κρίση του 2008 τιθασεύεται το 2013 από τον Ομπάμα, το 99% των Αμερικανών ή χάνουν έδαφος οικονομικά, ή μένουν στάσιμοι. Ενώ το 1% των πλουσιοτέρουν κερδίζει 31,4% (AdamTooze).

Οι πολιτικές ελίτ της εποχής μας αντιπροσωπεύονται από τους μέτριους και τους ασήμαντους. Οι αντίστοιχες ελίτ της πρώτης τριακονταετίας μετά τον πόλεμο, διέθεταν ηγεσίες τεράστιου διαμετρήματος, από τον Τσώρτσιλ, τον Αντενάουερ, τον Άτλι, που έχτισε το κράτος πρόνοιας της Βρετανίας, τον Ντε Γκωλ, τον Ντε Γκασπερί, τους οραματιστές της Μεγάλης Ευρώπης, τον Μπραντ κ.λπ. Στην εποχή μας οι πολιτικοί ηγέτες είναι τέκνα του κομματικού σωλήνα, που είναι γεμάτος φθορές και περίσσευμα μετριότητας. Ο Κάμερον που διεξήγαγε το τραυματικό δημοψήφισμα του Brexitδεν εργάσθηκε ποτέ, αλλά σκαρφάλωσε απλώς εντός του Συντηρητικού Κόμματος. Προϊόν του κομματικού μικρόκοσμου ήσαν όλοι οι πρόσφατοι ηγέτες του ιστορικού Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας, με αποκορύφωμα τον αυτοκαταστροφικό Κόρμπιν. Στη Γαλλία διετέλεσαν πρόεδροι οι θλιβερές φυσιογνωμίες των Ολάντ και Σιράκ. Η Μέρκελ ξεχώρισε, όχι ως κορυφαία ηγέτης στην Ευρώπη, απλώς διότι ήταν κάτι παραπάνω από τους άλλους. Ενώ ο Μακρόν είναι, απλώς στη Γαλλία, το μη χείρον. Άλλωστε στο κλίμα απόλυτης μετριότητας, το «μη χείρον» συνήθως κρίνει τις εκλογές. Ανεπαρκείς ηγεσίες, συνυπάρχουν πάντα με κοινωνίες ρηγματωμένες, από όπου ξεπηδούν ακραίες ανισότητες. Αυτές, με τη σειρά τους, τροφοδοτούν την πόλωση. Είναι εστίες πολιτικών κρίσεων.

Και ο Μπάιντεν; Δεν αποτέλεσε ευχάριστη έκπληξη το ότι απερίφραστα αφήνει πίσω του τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και υιοθετεί κεϋνσιανές συνταγές που στηρίζουν την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή; Με το κράτος να γίνεται πλέον πιο ενεργό στην κοινωνία και την οικονομία, την ίδια ώρα μάλιστα που, εδώ και δεκαετίες, φορολογείται πλέον ο μεγάλος πλούτος. Αυτά είναι όντως πολύ θετικά. Όμως ως ηγετική  παρουσία, ο Μπάιντεν, κουβαλά μια ήδη πολύ κουρασμένη εικόνα. Επίσης ας μην ξεχνάμε ότι το 2020 οι μισοί του ψηφοφόροι τον επέλεξαν αρνητικά – δηλαδή απλώς για να ηττηθεί ο Τραμπ. Ενώ η δημοτικότητά του, έχει ήδη υποχωρήσει στο 40%. Συν το γεγονός ότι η Αντιπρόεδρός του Καμάλα Χάρις, όπως συμφωνούν όλοι οι αναλυτές, είναι μια τραγική επιλογή. Που κρύβει μεγάλους κινδύνους για το μέλλον. Άρα πόσο πιθανό είναι η Αμερική να σηκώσει στους ώμους της, τις καπιταλιστικές δημοκρατίες; Οι πιθανότητες είναι μικρές. Γιατί πρέπει να σηκωθεί και η ίδια! Κάτι άκρως αμφίβολο. Ενώ, τα όποια θετικά βήματα του Μπάιντεν είναι τόσο εύθραυστα, όσο και η ίδια η εικόνα του.

Ένα πάντως είναι σίγουρο: Οι δημοκρατίες θα συνεχίσουν να χάνουν έδαφος και να σέρνονται εάν το πολιτικό προσωπικό τους ή παραμένει ανεπαρκές, ή συνεχίζει να σύρεται από τις οικονομικές ελίτ, ή και τα δύο! Όπως είναι ο κανόνας. Ο Γιάννης Λούλης, διδάκτωρ του Cambridge, είναι επικοινωνιολόγος, αναλυτής και συγγραφέας πολλών βιβλίων. Το τελευταίο του είναι το: Άνομος κόσμος: Πώς φθάσαμε στην εποχή Τραμπ, Καστανιώτης, 2019. Για όλα τα βιβλία του: johnloulis.gr

Διαβάστε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.