Γιάννης Λούλης: Ο  «λάκκος» (Μητσοτάκης) και το εκκρεμές (Ανδρουλάκης)




Μετά το αδιανόητο εγχείρημα της παρακολούθησης του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη, είναι προφανές, πως ισχύει στη χώρα μια νέα πολιτική πραγματικότητα. Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: Έχει πληγεί η εικόνα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, μαζί με εκείνη του διαβόητου «Επιτελικού Κράτους», που ήταν (ως ένα βαθμό έστω) η ασπίδα της κυβέρνησης, και που τώρα έχει πλήρως εξαντληθεί ως υποτιθέμενο ανάχωμα. Άρα; Έχουμε ένα νέο τοπίο. Τούτο το τοπίο, περικλείεται στον ιδιότυπο τίτλο του παρόντος άρθρου. Που όμως έχει επιλεγεί προσεκτικά, ως καθρέπτης μιας νέας πραγματικότητας. Η οποία, δεν δείχνει να είναι πρόσκαιρη. Έχοντας ήδη, αποκτήσει ρίζες, που ξεπηδούν από την πρωθυπουργική και κυβερνητική φθορά.

Ας ξεκινήσουμε όμως πιο χαλαρά, από την πηγή του τίτλου, πριν από την κρίσιμη λέξη «εκκρεμές». Αλλά και από το πώς δρομολογήθηκε η πτώση στον «λάκκο»! Ο τίτλος προέρχεται λοιπόν από μια ταινία του φανταστικού σινεμά, συν το στοιχείο του τρόμου, του 1961 «the pit» (ο λάκκος) and the pendulum (το εκκρεμές) με σκηνοθέτη τον Roger Corman, από ένα διήγημα του διάσημου Αμερικανού συγγραφέα Edgar Allan Poe το 1842. (Εδώ βρισκόμαστε ήδη στο πεδίο του κατεξοχήν ειδικού Δημήτρη Παναγιωτάτου, συνεργάτη της ΕΦ.ΣΥΝ. και παιδικού φίλου!) Πάντως, υιοθετώντας μια πολιτική προσέγγιση των δύο αυτών λέξεων, θα έλεγα πως εκείνη που κυριαρχεί απολύτως είναι η λέξη «εκκρεμές». Από εκεί ξεκίνησαν όλα. Για να οδηγηθούμε προς τον «λάκκο»!

Λάκκος και εκκρεμές, λοιπόν, άλλαξαν το πολιτικό τοπίο. Μέχρι την εμφάνιση Ανδρουλάκη, ως κυρίαρχου στο ΠΑΣΟΚ, και με όπλο τη φρέσκια εικόνα του, συν τη νεανική του ομάδα, η ΝΔ έμοιαζε να μην κινδυνεύει. Αν και η φθορά της είχε ήδη αρχίσει. Ειδικά το φιάσκο του ανασχηματισμού, ήταν ένα πρώτο στάδιο. Επίσης, εκείνη την εποχή, η αλαζονεία του Μητσοτάκη ήταν ήδη ορατή. Ενώ συνήθως η αλαζονεία, πάνω από όλα, δρομολογεί μια πορεία λαθών. Και ενίοτε σοβαρών λαθών. Ο Μητσοτάκης, ήταν φανερό, ότι αισθάνονταν άτρωτος. Ιδίως εφόσον ίσχυε το δίπολο ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, ξεπήδησε ξαφνικά το φαινόμενο Ανδρουλάκης. Ενώ η κεντροαριστερά, ως τάση, παραμένει ιδιαίτερα ισχυρή, στο εκλογικό σώμα, παρά την τραγική πρόσφατη διαδρομή του ΠΑΣΟΚ. Ξαφνικά, λοιπόν, κάποιοι ψηφοφόροι, που θα ήθελαν να απεγκλωβισθούν από το δίπολο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, έμοιαζε να έχουν διέξοδο. Ο Ανδρουλάκης, επελέγη καθαρά ως κάτι νέο και αδοκίμαστο. Η δεξιά πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ, επίσης, καταποντίστηκε. Ό,τι ήταν καταρρακωμένο και παλιό (Γ. Παπανδρέου) είχε τελειώσει. Το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη δεν αγκάλιαζε τη ΝΔ. Άρα, ως εκκρεμές, απειλούσε τον Μητσοτάκη.

Πριν τον Ανδρουλάκη, λοιπόν, υπήρχε ένα λίγο-πολύ στάσιμο, και παθογενές πολιτικό τοπίο. Αυτά τα στάσιμα νερά διαταράχθηκαν όχι από έναν χαρισματικό πολιτικό, αλλά από εκείνο που χαρακτήρισα από τη στήλη αυτή, ως the new kid in town, σύμφωνα με το κλασικό πια τραγούδι. Μπροστά σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, η ηγετική ομάδα του Μαξίμου έκανε ένα αυτοκτονικό λάθος: Παράνομα, δόθηκε εντολή παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του Ανδρουλάκη. Φυσικά η παρανομία, τραυμάτισε την κυβέρνηση. Και πάνω απ’ όλα, ανέβασε τις πολιτικές μετοχές του Ανδρουλάκη! Τον ανέδειξε σε βαρύ πολιτικό χαρτί, με ένα εξίσου βαρύ πολιτικό σφάλμα. Αυθαιρεσίας και ανοησίας. Το «επιτελικό κράτος», αν μη τι άλλο απέδειξε ότι μπορεί να προκαλεί ένα πράγμα: Αυτοκτονικό χάος!



Σήμερα γίνεται πολλή συζήτηση, καθυστερημένα, για την αίσθηση αλαζονείας που εκπέμπει ο Μητσοτάκης. Όμως, η αλαζονεία αυτή, είχε ξεκινήσει νωρίς. Απλώς σταδιακά, ενισχύονταν. Όσο πέρναγε ο χρόνος, τούτο επιβεβαίωνε η εκφορά, το ύφος και η γλώσσα του σώματος του πρωθυπουργού. Ενώ οι στρώσεις αλαζονείας αυξάνονταν. Μπορεί το σκηνικό και οι συγκυρίες, καθώς και οι αδυναμίες των ανταγωνιστών του να ευνοούσαν αρχικά τον νυν πρωθυπουργό, όμως το όλο «ύφος» του κυρίαρχου, δεν αύξησε την αίσθηση της ηγετικότητάς του. Αν και υπήρχε τεράστια κυριαρχία στα ΜΜΕ. Επίσης οι δημοσκοπήσεις τον ευνοούσαν μέσα από τα αμφιλεγόμενα αποτελέσματά τους. Κυρίως όμως, στο τέλος της ημέρας, όλα αυτά ενθάρρυναν τα ατοπήματα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όπως, λ.χ., το φιάσκο του ανασχηματισμού. Παράλληλα η αρχικά υπερτιμημένη ομάδα του Μαξίμου (που για κάποιο διάστημα φάνταζε «επιτελική») αποτελείτο –όπως αποδείχθηκε– από yes men. Όλα, περί το Μαξίμου έχαναν σιγά σιγά την αίγλη και το μυστήριο ενός δήθεν υπέρτατου «επιτελείου». Όπως άλλωστε και θα έδειχνε η απίστευτη πρόσφατη κρίση. Που η εστία της ήταν ακριβώς στην καρδιά του «επιτελικού κράτους». Γύρω από τον πρωθυπουργό λοιπόν δεν υπήρχαν ταλέντα. Αλλά καριερίστες. Αλαζονικοί, όπως και ο ίδιος. Γι’ αυτό, όταν ήρθαν τα δύσκολα, το επιτελείο έγινε φτερό στον άνεμο.

Επιστρέφουμε λοιπόν ξανά στον Ανδρουλάκη, ως ένα απρόσμενο εκκρεμές του πολιτικού τοπίου. Από την ώρα που παρουσιάστηκε ως the new kid in town, όσοι έβλεπαν μακρύτερα, αντιλαμβάνονταν ότι πιθανότατα θα ήταν εκείνος ο οποίος θα απέτρεπε μια αυτοδυναμία του Μητσοτάκη. Εδώ ήταν όλη η ουσία των πραγμάτων. Αν ο τελευταίος αποδυναμώνονταν, και οι ψηφοφόροι ήθελαν να εκφράσουν τη δυσφορία ή και αποδοκιμασία τους, η φυγή προς τον Ανδρουλάκη, θα αποτελούσε μια ήρεμη αλλά και επίμονη αποδοκιμασία. Ταυτόχρονα, θα έκανε τους ψηφοφόρους να νιώθουν ότι απελευθερώνονται από έναν πολωτικό και «εκβιαστικό» δικομματισμό. Για τον Μητσοτάκη, λοιπόν, ο «παράγων» Ανδρουλάκης θα ήταν λάθος να υποτιμηθεί. Ήταν όντως η πιο μεγάλη απειλή του νέου και φαινομενικά ασήμαντου, αλλά στην ουσία πολύ σημαντικού, εκκρεμούς! Αυτό θα απειλούσε να κόψει το νήμα της αυτοδυναμίας για τον Μητσοτάκη. Φθορά της κυβέρνησης και Ανδρουλάκης, αποτελούσαν, μεγάλο κίνδυνο.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες σημειώθηκε ένα σε πρώτη ματιά παράδοξο φαινόμενο! Ενώ ο Μητσοτάκης απέπνεε αλαζονεία, και μάλιστα εντεινόμενη, τούτη, όπως δείχνουν τα πράγματα, δεν συνδέονταν με μια ήρεμη δύναμη που να εκπέμπει ο ίδιος και το επιτελείο του, και ειδικά οι στενοί άνθρωποί του στο Μαξίμου και στην ΕΥΠ. Έτσι προφανώς εξηγείται η παρακολούθηση του κινητού του Ανδρουλάκη. Το ποια ακριβώς σκοτεινή στόχευση κατηύθυνε την ενέργεια αυτή, είναι άγνωστο. Διότι, οι δύο παραιτηθέντες, πάντα πιστοί στον Μητσοτάκη, θα φροντίσουν, πάση θυσία, να μην αποκαλυφθεί. Ένα πάντως είναι βέβαιο: Το εκκρεμές Ανδρουλάκη τους είχε τρομοκρατήσει. Άρα, κάτι έπρεπε να κάνουν για να το αχρηστεύσουν. Η κίνηση αυτή της παρακολούθησης του Ανδρουλάκη, δεν ήταν όμως απλώς δείγμα πανικού, αλλά και δείγμα μιας σπασμωδικής ανοησίας. Ταυτόχρονα, και πάνω απ’  όλα, ήταν προϊόν της γαλλικής αποστροφής «L’état, c’est moi». Είμαι το κράτος! Και άρα, κάνω ό,τι θέλω!  Ταυτόχρονα υπήρχε η άκρως αμφιλεγόμενη βεβαιότητα, ότι το όλο εγχείρημα, δεν θα αποκαλύπτονταν. Και βεβαίως δεν θα αποκαλύπτονταν αν το κινητό του Ανδρουλάκη δεν διερευνάτο από την ευρωπαϊκή τεχνογνωσία.

Δεν είναι δουλειά του παρόντος άρθρου, να εμπλακεί στα όποια σενάρια περί του σκοτεινού εγχειρήματος, πέραν της γενικότερης πολιτικής του ουσίας. Η ουσία αυτή πάντως είναι άκρως ανησυχητική για το πολιτικό σύστημα της χώρας. Ενώ η παρούσα ηγεσία της θα φροντίσει να συγκαλύψει το άνομο αυτό περιστατικό με πολλά πέπλα. Άλλωστε, παρά τη διεθνή και ευρωπαϊκή κατακραυγή, από τα πιο έγκυρα διεθνή ΜΜΕ, το κεφάλαιο τυπικά θα κλείσει, διότι αυτό θα πράξει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που έχει ως υπέρτατη αξία, το να διατηρήσει την εξουσία της. Πάση θυσία. Και τούτο βέβαια είναι ένα καθαρό δείγμα ενός βαθύτατα άρρωστου πολιτικού συστήματος.

Προσπαθώντας τέλος να κοιτάξουμε μπροστά, είναι πιθανό, όταν έρθει η ώρα των εκλογικών αναμετρήσεων, το εκκρεμές να κινηθεί στην κατεύθυνση της ματαίωσης των προσδοκιών του Μητσοτάκη για προσωπική κυριαρχία. Διότι βεβαίως, όπως έχουν τα πράγματα, αν δεν επιτευχθεί αυτοδυναμία στη δεύτερη ψηφοφορία, με το πιο πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα, ο νυν πρωθυπουργός θα βρεθεί μπροστά σε λύσεις, ευρύτερης κυβερνητικής συνεργασίας χωρίς τον ίδιο ως πρωθυπουργό! Και πιθανώς σε μια αναζήτηση εξωκομματικού πρωθυπουργού. Αυτό μπορεί να είναι κάλλιστα το μήνυμα που θα στείλει το εκκρεμές. Ενώ ο λάκκος θα παίξει το δικό του ρόλο, μετά το φιάσκο των ανομιών που σχεδιάζονταν και έπεσαν στο κενό. Στην περίπτωση αυτή λοιπόν ίσως να υπάρξει κάποια μορφή happy end. Και δικαιολογημένης πολιτικής «τιμωρίας». Ποιων; Μα εκείνων που έσκαψαν τον «λάκκο τους»!

Υ.Γ. Βεβαίως η fortuna μεταξύ μοίρας και τύχης, που έχει αναλύσει ο Μακιαβέλι, παίζει πάντα τα δικά της παιχνίδια. Άρα: υπομονή.

Ο Γιάννης Λούλης είναι επικοινωνιολόγος, πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας πολλών βιβλίων. Το τελευταίο του είναι το: Άνομος κόσμος: Πώς φθάσαμε στην εποχή Τραμπ, Καστανιώτης, 2019. Για όλα τα βιβλία του: johnloulis.gr.

Διαβάστε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.