Το εγχώριο πολιτικό τέλμα: Πού μας οδηγεί; (άρθρο του Γιάννη Λούλη)




Μέχρι πολύ πρόσφατα, η επωδός του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της θητείας της κυβέρνησής του.Τούτο άλλωστε είχε καταστεί άρρηκτο κομμάτι της πολιτικής του εικόνας. Με τον τρόπο αυτό εξέπεμπε σιγουριά και αίσθηση απόλυτης κυριαρχίας, καθώς επέμενε ότι η δέσμευσή του αυτή ίσχυε απολύτως. Παρέπεμπε άλλωστε σε μια φάση όπου το κυβερνών κόμμα ένιωθε ότι οι ανταγωνιστές του ήσαν κομπάρσοι, όταν το ίδιο και η ηγεσία του είχαν εδραιώσει όλα τα πλεονεκτήματά τους για το άμεσο μέλλον. Όμως, ξαφνικά κάτι αλλάζει. Έτσι, εμφανίζονται ισχυρές προοπτικές ο πρωθυπουργός, που φάνταζε αμετακίνητος στην εξάντληση της τετραετίας του, να εξετάζει σοβαρά την προοπτική πρόωρων εκλογών. Γιατί όμως έχουμε αυτή τη στροφή; Διότι προφανώς, ο χρόνος δεν λειτουργεί υπέρ του, τουλάχιστον στο βαθμό που θα επιθυμούσε. Άρα από το επίμονο «οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους», οι δείκτες του ρολογιού, που κινούντο σταθερά και ήρεμα προς τα εμπρός, τώρα, ξέφρενα, τρέχουν προς τα πίσω!

Αν έτσι οδεύσουν τα πράγματα, και οι εκλογές γίνουν κάποια στιγμή μετά το καλοκαίρι, μιλάμε για προσαρμογή της κυβέρνησης σε ένα νέο πολιτικό κλίμα που της προκαλεί μεγάλη ανησυχία. Άρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρχίζει να πιστεύει ότι πλέον δεν έχει ούριο άνεμο, αλλά ένα ψυχρό κλίμα που καλύπτει αν όχι τον ίδιο, σε απόλυτο βαθμό, τουλάχιστον την κυβέρνησή του. Ούτε είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες δημοσκοπήσεις που κάνουν ό,τι μπορούν για να είναι «φιλικές» προς την κυβέρνηση – αποφεύγουν μια κρίσιμη ερώτηση που αφορά την ευρύτερη εικόνα Μητσοτάκη: Δεν ρωτούν δηλαδή τους ψηφοφόρους αν έχουν γενικότερα μια θετική εικόνα για τον ίδιο ή όχι. Άλλωστε οι λίγες ερωτήσεις που έθεσαν το ερώτημα αυτό κατέγραψαν πλειοψηφία αρνητικών απαντήσεων για τον ίδιο. Και όπως είναι γνωστό, οι περισσότερες δημοσκοπήσεις περιορίζονται στο ερώτημα για το ποιος κομματικός ηγέτης θεωρείται «καταλληλότερος πρωθυπουργός», όπου ο Μητσοτάκης όντως υπερτερεί ξεκάθαρα του Αλέξη Τσίπρα. Τούτη η αντίδραση των ψηφοφόρων δεν είναι ασήμαντη πολιτικά, ούτε τυχαία, καθώς ο Μητσοτάκης όντως έχει πείσει πως διαθέτει πρωθυπουργική στόφα. Την ίδια ώρα μάλιστα που ο βασικός ανταγωνιστής του, έχει απολέσει ό,τι «πρωθυπουργικό» διέθετε.

Η πολιτική πραγματικότητα τώρα πάντως είναι πως, πολιτικά, πολλά έχουν στραβώσει για τον Κυριακό Μητσοτάκη, έστω κι αν υπερτερεί ακόμη των ανταγωνιστών του. Παράλληλα, την ώρα που η πραγματικότητα αυτή τον καθιστά πλέον πιο ευάλωτο παρά ποτέ στην πρωθυπουργία του, είναι γεγονός πως μια παγκόσμια κρίση την οποία έχει πυροδοτήσει το Ουκρανικό, προεξοφλεί πως οι μέρες που έρχονται για τη χώρα μας θα είναι πολύ δύσκολες. Όποιος και να ήταν πρωθυπουργός. Βεβαίως θα ήταν σοβαρό λάθος εάν υποτιμούσαμε μια κρίσιμη μεταβλητή της μεγάλης πολιτικής εικόνας, που αφορά το τοπίο μας και την κυβέρνηση Μητσοτάκη: Ότι, δηλαδή, από το φιάσκο του κυβερνητικού ανασχηματισμού και πέρα άρχισε μια σαφέστατη κατηφορική τροχιά της κυβερνητικής εικόνας. Με αποτέλεσμα και τις πρώτες ρωγμές σε εκείνο που θα αποκαλούσα σπονδυλική στήλη της κυβέρνησης.

Είναι πάντως γεγονός πως η ΝΔ δεν κέρδισε τις πρόσφατες εκλογές, διότι ήταν εστία ελπίδας. Ήταν κυρίως μία αρνητική ψήφος την έφερε στην εξουσία.Άλλωστε οι περισσότεροι ψηφοφόροι ήθελαν πρωτίστως να τιμωρήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Από κει και πέρα όμως, πολλοί ψηφοφόροι που επέλεξαν την ΝΔ αρνητικά, απέκτησαν γι’ αυτήν μια θετική εικόνα που προήλθε κυρίως μέσω της εικόνας Μητσοτάκη. Ο Μητσοτάκης, άλλωστε, έπειθε ότι ήταν συγκροτημένος και μεθοδικός. Ενώ είχε και καλή παρουσία στο διεθνές πεδίο.Επίσης για ένα διάστημα, το λεγόμενο «επιτελικό κράτος» του Μαξίμου, εμφανίζονταν ως ένας δείκτης ασφαλείας, για όλο κυβερνητικό σχήμα. Επίσης, υπουργοί όπως οι Πιερακάκης και Δένδιας εξέπεμπαν ειδικό βάρος. Όμως μετά από έναν τραγικό ανασχηματισμό, πολλά στράβωσαν. Με αποθέωση ανοησίας την επιστράτευση Στυλιανίδη που παρουσιάστηκε ως «διαχειριστής κρίσεων», και ούτε τις κρίσεις γνώριζε να διαχωριστεί, ούτε γενικότερες διαχειριστικές ικανότητες διέθετε. Επρόκειτο λοιπόν για βάναυση προσβολή της νοημοσύνης μας. Σε μια φάση, μάλιστα, που ο Μητσοτάκης, άρχισε να εκπέμπει και αλαζονεία.



Τι συμβαίνει λοιπόν σήμερα; Η εικόνα της κυβέρνησης, αθροίζοντας με εκείνη του Μητσοτάκη, αρχίζει να αποτελεί σιγά σιγά, απλώς, το μη χείρον. Η κυριαρχία Μητσοτάκη είναι εύθραυστη πλέον, καθώς το «όλο υλικό» γύρω του, υποβαθμίζεται με γοργούς ρυθμούς. Άρα η κυβέρνηση τελματώνεται και ποιο είναι το μεγάλο της όπλο σήμερα; Ο τελματωμένος ΣΥΡΙΖΑ. Ή για να ακριβολογήσω, ο τελματωμένος Αλέξης Τσίπρας, που είναι η σπονδυλική στήλη του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσίπρας –ασφαλώς ο πιο χαρισματικός πολιτικός στις δόξες του όταν εξελέγη πρωθυπουργός, και με το εφόδιο τούτο πλέον σε λήθαργο– απειλεί μόνο εν μέρει τον Μητσοτάκη. Ενώ, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, πολλοί ψηφοφόροι (έστω κι αν είναι αποστασιοποιημένοι το τελευταίο διάστημα) τείνουν τουλάχιστον να πιστεύουν ότι ο Τσίπρας, τουλάχιστον, έχει τις κοινωνικές ευαισθησίες για να κατανοήσει τις αγωνίες τους. Όμως, σε εποχές σκληρές και δύσκολες, τούτο δεν αρκεί. Οι ψηφοφόροι ζητούν συγκρότηση, ισχυρή ομάδα, και αποτελεσματικότητα. Όμως, είναι σαφές, πως με λίγες εξαιρέσεις ο τωρινός ΣΥΡΙΖΑ είναι θηλιά στο λαιμό του Τσίπρα. Αφού δεν τον άλλαξε. Συθέμελα.

Και έτσι τώρα φθάνουμε στην πιο κρίσιμη πολιτική μεταβλητή, που πολλοί έχουν υποτιμήσει: Τον παράγοντα Ανδρουλάκη, που χαρακτήρισα από το βήμα αυτό ως thenewkidintown, μαζί με τη νεανική ομάδα του. Ο Ανδρουλάκης, λοιπόν, έχει εξελιχθεί –είτε αρέσει είτε όχι– στη μεγαλύτερη απειλή για τα σχέδια Μητσοτάκη, εάν προκηρύξει γρήγορα εκλογές. Είναι εδώ, που κρίνεται το εκκρεμές της αυτοδυναμίας. Και τούτο διότι το ΠΑΣΟΚ, αρκεί να προβάλλει ό,τι πιο νεανικό διαθέτει (και να παραμερίσει παλιούς και φθαρμένους), κρατώντας χαμηλούς τόνους.Άλλωστε αποτελεί κρίσιμη μεταβλητή εφόσον προκύψει μια ευρύτερη κυβέρνηση συνεργασίας. Και μάλιστα των τριών κομμάτων. Χωρίς αποκλεισμούς. Απειλώντας, (και τούτο είναι το πιο «δολοφονικό» μήνυμά του) να μπλοκάρει μια κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη! Με δυο λόγια –και ας ακούγεται αυτό αιρετικό– η κεντρική απειλή στην περίπτωση που θα προσφύγει σε πρόωρες εκλογές ο Μητσοτάκης, είναι ο Ανδρουλάκης!

Ο τελευταίος, λοιπόν, μπορεί, ως έκφραση αποδοκιμασίας των δυο πιο μεγάλων, αλλά και ως προοπτική μιας ευρύτερης κομματικής συνεργασίας, να αποδειχθεί καταλυτικός. Ειδικά, αν στις δεύτερες εκλογές ο Μητσοτάκης δεν θα είναι μια ανάσα πριν την αυτοδυναμία. Το ερώτημα είναι αν ο τελευταίος επιχειρήσει μια τρίτη αναμέτρηση. Ενώ στην περίπτωση αυτή, αν δεν ευοδωθούν οι στόχοι του, το προσωπικό του κόστος θα είναι μεγάλο. Αλλά, ας μην προτρέχουμε. Ούτως ή άλλως, το εγχώριο πολιτικό τέλμα είναι βαθύ. Τα κόμματα είναι συναθροίσεις όχι απλώς μετρίων, αλλά κάτω την κατηγορία αυτή. Έτσι Μητσοτάκης και Τσίπρας, που δεν άλλαξαν εις βάθος τα κόμματά τους, έχουν την κύρια ευθύνη για ένα τέλμα που αντί να αδειάζει από το σαθρό υλικό του, το ανακυκλώνει ή προσθέτει και άλλο ακόμη πιο μέτριο υλικό.

Συμπεραίνοντας: Δεν γνωρίζουμε τι θα συμβεί, ούτε αν ο δρόμος που θα επιλεγεί θα είναι η γνωστή ευθεία γραμμή στη μιζέρια. Πάντως η χώρα έχει πλέον ως δυσβάστακτο φορτίο το τραγικά ανεπαρκές πολιτικό προσωπικό της. Το οποίο με τη σειρά του αλώνει ένα άκρως πελατειακό και ανεπαρκές κράτος. Με δυο λόγια: Το συγκεκριμένο πολιτικό προσωπικό, το συγκεκριμένο κομματικό κράτος, και η ανακύκλωση σαθρών δομών και κάτω του μετρίου στελεχών στην εξουσία, δεν προσφέρουν ιδιαίτερες ελπίδες για το μέλλον. Ένα μέλλον, παγκοσμίως, όλο και πιο ασφυκτικό. Που επιβάλλει τομές και ανατάσεις. Αλλά, πού να βρεθούν αυτές!

Ο Γιάννης Λούλης είναι επικοινωνιολόγος, πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας πολλών βιβλίων. Το τελευταίο του είναι το: Άνομος κόσμος: Πώς φθάσαμε στην εποχή Τραμπ, Καστανιώτης, 2019. Για όλα τα βιβλία του: johnloulis.gr.

Διαβάστε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.