The new kid in town: Ταρακουνώντας το τέλμα; (άρθρο του Γιάννη Λούλη)




Ο τίτλος της παρούσας ανάλυσης, για το «νέο παιδί στην πόλη», είναι προφανές σε ποιο εγχώριο πολιτικό φαινόμενο παραπέμπει. Τούτος είναι άλλωστε ο λόγος για τον οποίο η «Μεγάλη Εικόνα», ως στήλη, προσεγγίζει, κατ’ εξαίρεση, το εσωτερικό μέτωπο, αν και το παγκόσμιο σκηνικό αποτελεί την κύρια ενασχόλησή της. Χρειάζονταν λοιπόν κάτι νέο, ως φαινόμενο, για να ρίξουμε μια ματιά «στα δικά μας». Έστω, και ως πρόσκαιρη στάση. Φυσικά, το «νέο παιδί στην πόλη», είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης. Αλλά και οι νέοι άνθρωποι που τον περιβάλλουν. Ενώ η παρουσία αυτή, είτε αποκτήσει βαθύτερες ρίζες, είτε εξαϋλωθεί, έρχεται σε μια συγκυρία όπου η κυβερνητική παράταξη, αν και πάντα κυρίαρχη (κυρίως λόγω της αντοχής της εικόνας του πρωθυπουργού), περνάει την πιο φθοροποιό φάση της. Παράλληλα, επίσης, η αξιωματική αντιπολίτευση, παρά τις συσσωρευμένες δυσκολίες της κυβέρνησης, όχι μόνο δεν κερδίζει έδαφος, αλλά υποχωρεί! Ούτε χρειάζεται ιδιαίτερη φιλοσοφία για να διαπιστωθεί η παντελής απουσία δυναμικής από μέρους της. Αλλά και ένα ευρύτερο κενό, στο πολιτικό σκηνικό.

Πριν όμως περάσουμε στην ουσία των πράγματων, ας χαλαρώσουμε για λίγο παραπέμποντας στο ιστορικό του τραγουδιού του «Τhe new kid in town». Αυτό είχε ως δημιουργούς και εκτελεστές το διάσημο συγκρότημα κάντρι-ροκ The Eagles. Βρίσκεται στον εμβληματικό τους δίσκο Hotel California. Τραγούδι και δίσκος έφθασαν στην κορυφή το 1976. Παράλληλα το 2018 ο δίσκος με τις επιτυχίες των Eagles (1971-1975) ανακηρύχθηκε ως το κορυφαίο best seller των ετών 1982-2018! Έτσι, περνώντας στα δικά μας, αν λοιπόν κανείς δεχθεί ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης θα αποδειχθεί επί της ουσίας (και όχι απλώς τυπικά), ως the new kid in town, τότε ίσως και να ισχύσουν οι στίχοι του τραγουδιού «όλοι σ’ αγαπούν, γι’ αυτό μην τους απογοητεύσεις» (don’t let the down)! Θα ισχύσουν όμως;

Όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις ενός μικρού κόμματος, το οποίο αναζητεί έναν ευρύτερο ζωτικό χώρο ανάμεσα σε δύο ισχυρούς ανταγωνιστές, όλα κρίνονται τόσο από την πιο μακροχρόνια εικόνα του, αλλά και από την εικόνα των ανταγωνιστών του. Άλλωστε μια πρώτη ματιά στις δημοσκοπήσεις (άλλες μάλλον πιο αξιόπιστες, και άλλες αμφιλεγόμενες εντός ενός δημοσκοπικού πλαισίου με πολλές σκιές) δείχνει ότι η εντεινόμενη φθορά των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, παρέχει, εν δυνάμει, ευκαιρίες, για τον Ανδρουλάκη. Την ίδια ώρα όμως, ο τελευταίος, για να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες αυτές θα πρέπει: Πρώτον, να αποφύγει κάθε κραυγαλέο λάθος, που θα τραυματίσει οτιδήποτε έχει σχέση με τη φρεσκάδα που εκπέμπει και τα συστατικά της. Δεύτερον, να μην «εκβιάσει» την απόκτηση πολιτικών πόντων, με απότομες, έντονες και κραυγαλέες κινήσεις. Τρίτον, να συντηρήσει πάνω από όλα μια εικόνα, χωρίς εξάρσεις, όπου οι δυνάμεις της θα είναι οι χαμηλοί τόνοι, η μετριοπάθεια και η φρεσκάδα που αναδύουν οι νέοι άνθρωποι που τον περιβάλλουν. Προσδοκώντας ότι την πόλωση θα την ανακυκλώσουν οι δυο πιο ισχυροί μονομάχοι. Κάνοντας έτσι, τη διαφορά! Τέταρτον, τηρώντας όλα τα παραπάνω, υπομονετικά, να αφήσει το χρόνο να λειτουργήσει υπέρ του. Ήρεμα και όμαλα. Περιφρουρώντας το ότι είναι όντως ένα «νέο παιδί στην πόλη». Με ποιότητα παρουσίας. Και κυρίως: Με φρέσκα νεανικά πρόσωπα γύρω του.

Χωρίς αμφιβολία, η κυβερνητική παράταξη, παραμένει κυρίαρχη πολιτικά και τούτο παρά τις εντεινόμενες αδυναμίες και τα λάθη της. Που έχουν πολλαπλασιασθεί. Όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, το ισχυρότερο όπλο της ΝΔ είναι υπεροχή του Κυριάκου Μητσοτάκη σε «πρωθυπουργική εικόνα», έναντι του Αλέξη Τσίπρα. Όμως, αν και η αίσθηση της κυβερνητικής αξιοπιστίας της ΝΔ, διολισθαίνει, πάντως υπερτερεί εκείνης του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα στρατηγικό πρόβλημα της ΝΔ είναι επίσης το ότι μέσα στην πάροδο του χρόνου αποκαλύφθηκε η κραυγαλέα ένδεια του πολιτικού δυναμικού της. Ενώ, είναι επίσης γεγονός, ότι κλήθηκε να αντιμετωπίσει και απρόσμενες προκλήσεις που ήσαν πέρα από τις δυνάμεις του προσωπικού αυτού. Τούτη η ένδεια, αφέθηκε να κακοφορμίσει διότι επελέγη από την ηγεσία η μη διατάραξη των κομματικών ισορροπιών, με υπέρτατο στόχο την νίκη στις τελευταίες εκλογές. Εκλογές, που κρίθηκαν ουσιαστικά κυρίως με αρνητική ψήφο. Είναι όμως γεγονός, πως η δημιουργία μιας πιο στρατηγικής και ποιοτικής ομάδας στο Μαξίμου, λειτούργησε θετικά, με δεδομένες τις ούτως ή άλλως χαμηλές προσδοκίες των πολιτών. Γι’ αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και ψηφίσθηκε επιφυλακτικά από κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων, μετεκλογικά απέκτησε τη θετικότερη εικόνα της σταδιοδρομίας του. Για να αρχίσει αυτή να δοκιμάζεται το τελευταίο διάστημα. Με σαφή φθορά. Όχι καταστροφική όμως. Μέχρι στιγμής.



Περνώντας στον ΣΥΡΙΖΑ, οι κραυγαλέες μετεκλογικές αδυναμίες του, είναι το καλύτερο δώρο στη ΝΔ του Μητσοτάκη. Εδώ τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Καθώς οι πιο απαιτητικοί ψηφοφόροι του κόμματος, κατανοοούν τα στρατηγικά αδιέξοδα. Αλλά και τα επικοινωνιακά ατοπήματα. Ο νηφάλιος Γιώργος Γιανουλόπουλος στην ΕΦ.ΣΥΝ. ανέδειξε σε άρθρο του τα αδιέξοδα αυτά με κρυστάλλινο τρόπο: Ο Αλέξης Τσίπρας για να διαμορφώσει μετεκλογική δυναμική καλείτο επειγόντως να προσδώσει στο κόμμα του, συγκρουόμενος με τις παθογένειές του, μια ριζικά νέα εικόνα. Ήταν εύκολο αυτό; Όχι. Ήταν ζωτικό; Προφανώς, ναι. Η παλιά εικόνα, αποτελούσε πνιγηρό βρόγχο. Ο δρόμος των ανατροπών σε όλα τα επίπεδα, για κάτι ουσιαστικά διαφορετικό από ό,τι αντιπροσώπευε και εξέφραζε ένα κατάκοπο κόμμα, ήταν η μόνη σωτηρία. Ψηφοφόροι που επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ  τη δωδεκάτη ώρα στις εκλογές, αλλά και εκείνοι που τον ψήφισαν με μισή καρδιά, θα απομακρύνονταν αν ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμενε αναλλοίωτος. Ο συγκεκριμένος κύκλος του είχε κλείσει. Ένας άλλος κύκλος έπρεπε να ανοίξει, τροφοδοτώντας και μια αντίστοιχη νέα εικόνα της ηγεσίας. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ έμενε αναλλοίωτος, κρίσιμοι ψηφοφόροι του, αλλά και εν δυνάμει ψηφοφόροι, θα πίστευαν πως το πολιτικό αυτό προϊόν ήταν αγιάτρευτο! Υπήρχε όμως και κάτι χειρότερο: Οι ψηφοφόροι, που είχαν κεντρική συναισθηματική πρόσδεση με τον Τσίπρα, να χάσουν την επαφή τους με τον ίδιο, που είχε προσωπικά κερδίσει δύο εκλογικές μάχες. Το να καταπιεί ο ΣΥΡΙΖΑ τον Τσίπρα, έναν αρχικά ιδιαίτερα επικοινωνιακό και φωτεινό πολιτικό, ήταν ο απόλυτος αυτοχειριασμός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Όπερ και εγένετο.

Με δεδομένη την εικόνα των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, όπως άρχισε να διαμορφώνεται με τη φθορά τους, είναι απολύτως φυσικό κάποιοι ψηφοφόροι να αποτραβιούνται από τις βασικές επιλογές που προσφέρονται. Πριν την εμφάνιση του «new kid Ανδρουλάκη», εκείνο που θα εκδηλώνονταν, θα ήταν μια γνώριμη σε όλους μας επανάληψη ως φαινόμενο: Το «κανείς από τους δύο» σκαρφάλωνε όταν «οι δύο» ήσαν πάντα οι δύο συνήθεις διεκδικητές. Τούτη ακριβώς η τάση είναι λοιπόν το μεγάλο δώρο στον Ανδρουλάκη. Η επιλογή Ανδρουλάκη, που καταγράφουν κάποιες πρόσφατες δημοσκοπήσεις, αν θέλουμε να είμαστε ψυχρά ρεαλιστές, είναι πρωτίστως η «τιμωρία των άλλων δύο». Όμως αυτή η πραγματικότητα δεν θα έπρεπε να τον απογοητεύσει. Ούτε να τον οδηγήσει σε σπασμωδικές κινήσεις. Καθώς, παρόμοιες κινήσεις, κινδυνεύουν να αποδειχθούν μοιραίες. Ο Νίκος Ανδρουλάκης οφείλει να αξιοποιήσει τα όπλα που μνημονεύθηκαν ήδη, αδιαφορώντας και για το ότι, με την πάροδο του χρόνου, θα επικριθεί και για την απουσία ξεχωριστού επικοινωνιακού χαρίσματος. Κάτι που ισχύει. Άλλωστε οι 0πολίτες, στη φάση της απογοήτευσής τους από το πολιτικό σκηνικό, ελάχιστα ενδιαφέρονται για επικοινωνιακές φωτοβολίδες. Καθώς άλλωστε, έχουν αποστασιοποιηθεί από τη ρητορική των συγκρούσεων και της πόλωσης. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν ο Ανδρουλάκης, ευνοείται από την απουσία χαρίσματος! Ως new kid στην πολιτική, είναι κρίσιμο να παραμείνει ως ο χαμηλότονος εαυτός του. Έστω κι αν δεν συγκινεί.

Αν λοιπόν το φαινόμενο Ανδρουλάκη αντέξει, τότε και οι όποιες σκέψεις για πρόωρες εκλογές εξανεμίζονται, και η αυτοδυναμία της ΝΔ απομακρύνεται. Το να υπάρξουν σε επόμενο στάδιο σχήματα κυβερνητικής συνεργασίας, δεν είναι απειλή, αλλά  να αποτελεί ευκαιρία για τη χώρα. Στην πολιτική, ο τόπος χρειάζεται ένα άλλο κλίμα. Ούτως ή άλλως, οι προκλήσεις είναι μεγάλες και το υπάρχον πολιτικό προσωπικό είναι απελπιστικά φτωχό σε ικανότητες και πλούσιο σε πολωτικές, πελατειακές και ανεύθυνες διαδρομές. Βεβαίως η ένδεια της πολιτικής είνα ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Όμως οι προηγμένες δημοκρατίες έχουν τουλάχιστον στέρεες και αξιόπιστες δομές που λειτουργούν αντανακλαστικά. Άρα στη χώρα μας, ό,τι και να συμβεί με τις πολιτικές εξελίξεις, ας μην περιμένουμε πολλά. Λίγος πιο φρέσκος άνεμος πάντως, θα διώξει κάποιες τοξίνες. Κάτι είναι και αυτό.

Ο Γιάννης Λούλης, διδάκτωρ του Cambridge, είναι επικοινωνιολόγος, αναλυτής και συγγραφέας πολλών βιβλίων. Το τελευταίο του είναι το: Άνομος κόσμος: Πώς φθάσαμε στην εποχή Τραμπ, Καστανιώτης, 2019. Για όλα τα βιβλία του: johnloulis.gr.ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Διαβάστε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.