Άγιος Δημήτριος: Οι Gadjo Dilo παίζουν στην πλατεία Παναγούλη (ελεύθερη είσοδος)




dilo

Φθινοπωρινές Γιορτές 2016: Συναυλία με τους Gadjo Dilo – Τετάρτη 5 Οκτωβρίου στις 21:00 • Πλατεία Παναγούλη

Η είσοδος στη συναυλία θα είναι ελεύθερη, και το κοινό μπορεί να προσφέρει τρόφιμα μακράς διάρκειας, για το Κοινωνικό Παντοπωλείο του Δήμου.

O τρόπος που μας επανασυστήνουν αγαπημένα τραγούδια προηγούμενων δεκαετιών, όπως του Τσιτσάνη και του Χιώτη, αλλά και η θετική αύρα που αποπνέουν όταν βρίσκονται επάνω στη σκηνή, μας τράβηξαν την προσοχή από την πρώτη φορά που τους είδαμε ζωντανά. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι οι «Gadjo Dilo» είναι ένα από τα πιο επιτυχημένα swing συγκροτήματα της εποχής. Η τραγουδίστρια Ηλιάνα Τσαπατσάρη, λοιπόν, μάς μίλησε για τη μέχρι τώρα πορεία τους, τη δυναμική επιστροφή του swing στις μέρες μας, αλλά και το … ταλέντο τους να ξεσηκώνουν ακόμα και πολύ νέες γενιές με τραγούδια που γράφτηκαν προτού καν γεννηθούν.

Ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή. Πώς προέκυψε η ιδέα για τους «Gadjo Dilo» και τι μουσική – διαφορετική από τα άλλα συγκροτήματα – είχατε στο μυαλό σας να μας παρουσιάσετε;

Ο πυρήνας του σχήματός μας δημιουργήθηκε το 2009, με τον Κώστα, το Νίκο και το Σωτήρη να μελετούν και να παίζουν το ρεπερτόριο της gypsy jazz. Λίγο αργότερα προστέθηκε και ο Σέργιος και το 2012 η ομάδα συμπληρώθηκε με τον Γιώργο κι εμένα. Τότε, είχε ήδη αρχίσει να παίρνει μορφή στο μυαλό μας το άλμπουμ μας «Manouche de grec», μια προσπάθεια παντρέματος των δυο ειδών: της τζαζ που παιζόταν στην κεντρική Ευρώπη κατά τις δεκαετίες του ’30 και ’40 με τις δημιουργίες των Ελλήνων συνθετών κυρίως του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.

Έχετε πει ότι το όνομα προέρχεται από την ομώνυμη ταινία. Τι σας κέρδισε σε αυτήν, ώστε να υιοθετήσετε τον τίτλο της;

Στην ομώνυμη ταινία του Tony Gatlif συναντήσαμε έναν θαυμαστό κόσμο γεμάτο πάθος, αυθεντικότητα, ανεμελιά και σημείο αναφοράς τη μουσική, που ντύνει χαρές και λύπες και στήνει γέφυρες επικοινωνίας.

Στο ρεπερτόριό σας έχετε εντάξει μερικά από τα πιο αγαπημένα ελληνικά τραγούδια παλαιότερων δεκαετιών, όπως του Τσιτσάνη και του Χιώτη, αλλά διασκευασμένα σε ρυθμούς swing και gypsy jazz. Πώς επιλέξατε να ασχοληθείτε με αυτά και, κατά τη διασκευή τους, ποια στοιχεία τους θελήσατε να κρατήσετε ίδια και ποια να αλλάξετε, ώστε να μας τα επανασυστήσετε;

Στην jazz μεγάλο μέρος του ρεπερτορίου αποτελείται από επανεκτελέσεις ήδη γνωστών μουσικών κομματιών, αυτοσχεδιασμό και παιχνίδι πάνω στις φόρμες τους, με αποτέλεσμα την παραγωγή ενός νέου μουσικού έργου που στέκεται από μόνο του και προωθεί τη μουσική ενα βηματάκι προς τα μπρος. Αυτός ο μηχανισμός είναι που μας ώθησε να πειραματιστούμε με κομμάτια του ελληνικού ρεπερτορίου κατά τον ίδιο τρόπο. Τα παλιά ρεμπέτικα και λαϊκά δεν είναι μόνο «αγαπημένα στο κοινό», αλλά αποτελούν συνθέσεις μεγάλων μαστόρων της μουσικής και αξίζουν χίλιες φορές να εξερευνηθούν μουσικά. Η διασκευή γίνεται πάντα με σεβασμό στο αυθεντικό κομμάτι και τις προθέσεις των δημιουργών του. Το πόσο θα «πειραχτεί» η κάθε σύνθεση εξαρτάται από το τι θα ανακαλύψουμε μέσα σε αυτήν, ποια από τα στοιχεία της θα επιλέξουμε να αναδείξουμε και με ποιο τρόπο, ώστε να καταλήξουμε σε μια διαφορετική αφήγησή της.

Στις ζωντανές εμφανίσεις σας – τόσο στην Αθήνα, όσο και σε πόλεις της επαρχίας – μεγάλο μέρος του κοινού αποτελείται από νέους. Πώς, κατά τη γνώμη σας, καταφέρνουν αυτά τα τραγούδια να περνούν από γενιά σε γενιά, ενώ αρκετά σημερινά «σβήνουν» μέσα σε μια σεζόν;

Σε όλες τις τέχνες συναντούμε δημιουργίες οι οποίες καταφέρνουν να περάσουν το τεστ του χρόνου και να αποδειχθούν ταυτόχρονα διαχρονικές και επίκαιρες. Το «μυστικό» δεν το ξέρουμε, κάθε φορά όμως που συναντούμε τραγούδια με μεγάλο «βάρος» βρίσκουμε κοινά χαρακτηριστικά: αυθεντικότητα, λεπτότητα και προσοχή στη σύνθεσή της μουσικής, στην κατασκευή του στίχου και στο ταίριασμά τους, επιθυμία για έκφραση προσωπική ή λαϊκή -σε αντίθεση με την επιθυμία για προβολή και κατασκευή ευκολοχώνευτων σουξέ. Αυτό το υλικό εμείς επιλέγουμε να το χειριστούμε με αγάπη και σεβασμό, και πιστεύω οτι ένα από τα πράγματα που φέρνουν τον κόσμο (νέους και μεγαλύτερους) κοντά στο να αγαπήσει ή να ξανα-αγαπήσει αυτές τις μουσικές συνθέσεις είναι και η δική μας προσοχή και λεπτότητα στη διασκευή.

Παράλληλα, έχετε κάνει και συναυλίες στο εξωτερικό, όπως τη Γερμανία, την Κύπρο, τα Βαλκάνια. Τι αντίδραση έχουν οι ξένοι ή οι Έλληνες αυτών των χωρών όταν π.χ. … ακούν Τσιτσάνη σε ρυθμό swing;!

Κάθε φορά που παίζουμε στο εξωτερικό, διαπιστώνουμε με χαρά τη μεγάλη αποδοχή που έχει αυτό που κάνουμε από το ξένο ακροατήριο. Με σαφές το μουσικό πλαίσιο στο οποίο κινούμαστε, το οποίο είναι λίγο-πολύ γνωστό στους μουσικόφιλους κάθε χώρας, προσφέρουμε την προσαρμογή σε αυτό των ελληνικών ήχων και χρωμάτων με έναν τρόπο οικείο και ευχάριστο στο άκουσμα. Κάποιος ο οποίος δεν γνωρίζει την ελληνική γλώσσα και μουσική κληρονομιά σαφώς δε μπορεί να «γευτεί» ένα ελληνικό κομμάτι με τον ίδιο τρόπο που θα το αντιμετωπίσει ένας Έλληνας, όμως συμμετέχει με άλλον τρόπο: ενθουσιάζεται με τις «εξωτικές» ελληνικές μελωδίες, παρακολουθεί με προσοχή τους αυτοσχεδιασμούς, λικνίζεται στον οικείο ρυθμό του swing ή του bolero, παρακολουθεί τη διάδραση και την επικοινωνία μεταξύ των μελών της μπάντας, διψά να μάθει την ιστορία των κομματιών και εκτιμά το σύνολο των ήχων που έρχονται στα αυτιά του δίχως να τους κρίνει ή συγκρίνει με κάτι.

Πρόσφατα, η διασκευή σας στο τραγούδι «Σα μαγεμένο το μυαλό μου» συμπεριλήφθηκε στο soundtrack της ταινίας του Χριστόφορου Παπακαλιάτη «Ένας άλλος κόσμος». Πώς ήταν η εμπειρία του περάσματος από τον κινηματογράφο; Τι σας έχει μείνει περισσότερο στο μυαλό από αυτήν;

Θαυμάσαμε τον επαγγελματισμό, το μεράκι και την εμπειρογνωσία όλων όσοι ήταν μέρος της μεγάλης αυτής παραγωγής. Για να γυριστούν πλάνα κάποιων δευτερολέπτων μόνο, ένα ολόκληρο συνεργείο εργαζόταν πυρετωδώς για μέρες προσπαθώντας να βγάλει το καλύτερο αποτέλεσμα. Η φωτογραφία και η αισθητική της ταινίας ήταν εξαιρετική και με μεγάλη μας χαρά είδαμε τα πλάνα αυτά να «ντύνουν» το μουσικό βίντεο της διασκευής μας.

Η απήχησή σας προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη εντύπωση, δεδομένου ότι διανύουμε μια εποχή με πολλές δυσκολίες και περιορισμένες ευκαιρίες (και) για τους καλλιτέχνες. Τι χρειάζεται, λοιπόν, ένας νέος δημιουργός – ή ομάδα δημιουργών – για να ξεχωρίσει και να έχει επιτυχία σήμερα;

Εξαρτάται από το τι ορίζουμε ως «επιτυχία». Για κάποιον επιτυχία είναι η ευρεία απήχηση, κάποιος άλλος όμως θεωρεί επιτυχία την παραγωγή καλού και σωστού καλλιτεχνικού έργου. Το ένα δεν αποκλείει το άλλο φυσικά, όμως ίσως το μυστικό της διαχρονικότητας που αναφέραμε πριν να είναι η σωστή δουλειά και οι καλές προθέσεις.

 

Στο πρώτο άλμπουμ σας, που κυκλοφόρησε το 2013 με τίτλο «Manouche De Grec», υπάρχει και ένα κομμάτι με δική σας σύνθεση, το «Miss L». Nα περιμένουμε και άλλα δικά σας κομμάτια στο μέλλον; Και, γενικότερα, ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;

Ιδέες και συνθέσεις δικές μας υπάρχουν πολλές. Το στοίχημα είναι να βρούμε τρόπο να τις εντάξουμε μέσα σε αυτό που κάνουμε, το οποίο έχει μια σαφή αύρα και μουσική αναφορά. Αυτή τη στιγμή ηχογραφούμε το δεύτερό μας άλμπουμ, επιλέγοντας από τη μεγάλη δεξαμενή υλικού που έχουμε συλλέξει και, παράλληλα, κάνουμε μουσικές παραστάσεις σε Αθήνα και επαρχία για να επικοινωνήσουμε αυτό που αγαπάμε να κάνουμε σε όσο περισσότερο κόσμο μπορούμε.

Κλείνοντας, πείτε μας έναν χαρακτηριστικό στίχο από τα τραγούδια που έχετε διασκευάσει, ο οποίος γράφτηκε δεκαετίες πριν, αλλά είναι σα να γράφτηκε σήμερα.

«Κάνε λιγάκι υπομονή»: στίχοι αλληγορικοί εν καιρώ λογοκρισίας (1948), που γιορτάζουν την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.

Μένουμε Νότια – έλα στο ελεύθερο και ανεξάρτητο group των Νοτίων Προαστίων για να μοιραστούμε ότι συμβαίνει δίπλα μας.

Ειδήσεις, σχόλια, εθελοντισμός, αγορά, έξοδος, καλή ζωή, νεολαία, διασκέδαση, πολιτισμός, περιβάλλον, αθλητισμός, ανθρώπινες ιστορίες.
( ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ- ΑΛΙΜΟΣ – ΒΑΡΗ – ΒΟΥΛΑ – ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ – ΕΛΛΗΝΙΚΟ – ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗ – ΓΛΥΦΑΔΑ -ΗΛΙΟΥΠΟΛΗ – ΝΕΑ ΣΜΥΡΝΗ – ΠΑΛΑΙΟ ΦΑΛΗΡΟ

Διαβάστε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.