Οι πρόσφατες εξελίξεις στο ζήτημα της συνεπιμέλειας στην Ελλάδα
Η θέσπιση του Ν. 4800/2021 επέφερε σημαντικές μεταβολές στο οικογενειακό δίκαιο, ειδικότερα στον τρόπο ρύθμισης των σχέσεων γονέων-τέκνων μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, το διαζύγιο ή την ακύρωση του γάμου. Το νέο νομικό πλαίσιο εισήγαγε τη συνεπιμέλεια ως κανόνα, αποσκοπώντας στην προστασία του βέλτιστου συμφέροντος του τέκνου, σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές περί ισότητας των φύλων και τις διεθνείς δεσμεύσεις της Ελλάδας. Στο παρόν άρθρο θα επιχειρηθεί η παρουσίαση των πρόσφατων εξελίξεων στο ζήτημα της συνεπιμέλειας, η ερμηνεία και η εφαρμογή των τροποποιημένων διατάξεων, η αξιολόγηση των σχετικών νομολογιακών τάσεων, καθώς και η παρουσίαση παραδειγμάτων από πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις. Είναι αυτονόητο ότι τα παρακάτω εκτεθέντα αφορούν περιπτώσεις αντιδικίας καθώς όταν ένας γάμος λύνεται συναινετικά, οι γονείς είναι ελεύθεροι να αποφασίσουν τι καθεστώς θα λάβει η επιμέλεια των παιδιών. Επιπλέον, θα ασκηθεί κριτική στο νέο θεσμικό πλαίσιο, με έμφαση στις περιπτώσεις έντονης σύγκρουσης, έλλειψης υποστηρικτικών δομών και κακοποιητικής συμπεριφοράς.
1. Θεσμικό πλαίσιο και σκοπός του Ν. 4800/2021
Με τον Ν. 4800/2021 επιχειρήθηκε μια συνολική αναμόρφωση μέρους των διατάξεων του οικογενειακού δικαίου για τη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων. Εισάγεται ως κανόνας η από κοινού και εξίσου άσκηση της γονικής μέριμνας μετά τη λύση ή την ακύρωση του γάμου ή τη διάσταση των συζύγων, καταργώντας την προηγούμενη πρακτική όπου συνήθως ένας γονέας ασκούσε την επιμέλεια. Στόχος του νέου πλαισίου είναι η διατήρηση ενεργού και ουσιαστικής παρουσίας αμφοτέρων των γονέων στη ζωή του τέκνου, θεωρώντας ότι αυτή η ρύθμιση εξυπηρετεί καλύτερα το «βέλτιστο συμφέρον» του παιδιού (άρθρο 1511 ΑΚ).
2. Η έννοια της συνεπιμέλειας και η ερμηνεία των διατάξεων
Σύμφωνα με τα άρθρα 1510, 1511, 1513, 1514 ΑΚ, η συνεπιμέλεια δεν εξαρτάται από συμφωνία των γονέων ή απόφαση του δικαστηρίου που θα την επιβάλει κατ’ εξαίρεση. Αντίθετα, αποτελεί αφετηριακό κανόνα: οι γονείς εξακολουθούν να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα. Μόνο σε περίπτωση σοβαρών λόγων — όπως η ύπαρξη κινδύνου για την ασφάλεια ή την ψυχική υγεία του παιδιού — το δικαστήριο μπορεί να αναθέσει την αποκλειστική επιμέλεια στον έναν γονέα.
Κεντρικό κριτήριο παραμένει το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που αξιολογείται εξατομικευμένα. Το δικαστήριο συνεκτιμά την ικανότητα, την πρόθεση και τη συμπεριφορά κάθε γονέα, χωρίς διακρίσεις.
3. Εναλλασσόμενη διαμονή και χρονική κατανομή της επιμέλειας
Η συνεπιμέλεια συχνά συνδέεται με την εναλλασσόμενη κατοικία: το τέκνο μπορεί να διαμένει ίσο ή σχεδόν ίσο χρονικό διάστημα με κάθε γονέα. Το δικαστήριο μπορεί να προσδιορίσει επακριβώς τις ημέρες και τις περιόδους διαμονής, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία, τη σχολική φοίτηση, τις εξωσχολικές δραστηριότητες και τα ιδιαίτερα ψυχοκοινωνικά χαρακτηριστικά του παιδιού.
4. Νομολογιακές τάσεις και παραδείγματα από πρόσφατες αποφάσεις
Η νομολογία αναδεικνύει την πρακτική εφαρμογή της συνεπιμέλειας μέσα από συγκεκριμένες αποφάσεις, οι οποίες παρέχουν καθοδήγηση για την ερμηνεία των νέων διατάξεων. Στην απόφαση ΜΠρΑθ 4375/2024, το δικαστήριο εφαρμόζει την αρχή της συνεπιμέλειας και της εναλλασσόμενης κατοικίας, εξετάζοντας κριτήρια όπως η ηλικία του τέκνου και οι ιδιαίτερες περιστάσεις, όπως προβλήματα υγείας. Παράλληλα, στην απόφαση ΜΠρΑθ 7449/2024, το δικαστήριο, παρά τις συγκρουόμενες αγωγές για αποκλειστική επιμέλεια, επιλέγει τη συνεπιμέλεια, υπογραμμίζοντας την ανάγκη διατήρησης ισχυρών δεσμών του τέκνου και με τους δύο γονείς. Ενδεικτική είναι και η απόφαση ΜΠρΑθ 2115/2024, όπου τονίζεται ότι η μη συνεργασία των γονέων δεν αίρει την υποχρεωτικότητα της συνεπιμέλειας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η απόφαση του Εφετείου Αιγαίου (45/2024), η οποία ανέθεσε από κοινού και εξίσου την επιμέλεια ανηλίκου τέκνου στους γονείς, καθορίζοντας εναλλασσόμενη διαμονή ανά 15 ημέρες στις οικίες τους. Παρομοίως, το ΜΠρΠειρ 1137/2024 εφάρμοσε την ίδια ρύθμιση, προωθώντας την ισότιμη συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή του παιδιού. Αυτά τα δεδομένα υποδεικνύουν μια σταδιακή προσαρμογή της δικαστικής πρακτικής στις νέες νομοθετικές κατευθύνσεις, με έμφαση στην προώθηση της συνεπιμέλειας και της εναλλασσόμενης κατοικίας, όταν αυτό εξυπηρετεί το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου.
6. Διατροφή και συνεπιμέλεια
Η συνεπιμέλεια επηρεάζει σημαντικά τον τρόπο ρύθμισης της διατροφής. Αν το τέκνο περνά σχεδόν ίσο χρόνο με κάθε γονέα και οι οικονομικές τους δυνάμεις είναι παρόμοιες, πολλές αποφάσεις δεν επιδικάζουν διατροφή, θεωρώντας ότι έκαστος γονέας καλύπτει τα έξοδα του παιδιού το διάστημα που αυτό διαμένει μαζί του.
7. Κριτική στον θεσμό της συνεπιμέλειας
Παρά τη θετική στόχευση, η εφαρμογή της συνεπιμέλειας παρουσιάζει αδυναμίες:
- Έλλειψη κατάλληλων υποστηρικτικών δομών: Η επιτυχής εφαρμογή της συνεπιμέλειας απαιτεί συχνά τη συνδρομή παιδοψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών και διαμεσολαβητών. Ωστόσο, οι ανάλογες υπηρεσίες είναι περιορισμένες ή δύσκολα προσβάσιμες. Το παιδί συχνά μένει εκτεθειμένο σε συγκρούσεις των γονέων, χωρίς ένα αποτελεσματικό πλαίσιο υποστήριξης.
- Δυσχέρειες σε περιπτώσεις έντονης σύγκρουσης: Αν και η νομοθεσία δεν θεωρεί την έλλειψη συνεργασίας λόγο αποκλεισμού της συνεπιμέλειας, στην πράξη, όταν οι γονείς βρίσκονται σε διαρκή αντιπαράθεση, η εναλλασσόμενη διαμονή μπορεί να προκαλέσει σύγχυση, άγχος και ανασφάλεια στο παιδί, οδηγώντας συχνά σε επαναλαμβανόμενες δικαστικές προσφυγές.
- Το ζήτημα της κακοποιητικής συμπεριφοράς: Ένα ιδιαίτερα σοβαρό πρόβλημα ανακύπτει όταν ένας γονέας, ιδίως ο πατέρας, επιδεικνύει κακοποιητική συμπεριφορά. Θεωρητικά, η ύπαρξη κακοποίησης συνιστά σοβαρό λόγο αποκλεισμού της συνεπιμέλειας, καθώς απειλεί την ασφάλεια και την ψυχική υγεία του τέκνου. Ωστόσο, σε πρακτικό επίπεδο, μπορεί να είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδειχθεί η κακοποιητική συμπεριφορά ή η έμφυλη βία. Το αποτέλεσμα είναι ότι σε ορισμένες περιπτώσεις θύματα (μητέρες και παιδιά) αναγκάζονται να διατηρούν επαφές με τον κακοποιητικό πατέρα λόγω του νομοθετικού κανόνα της συνεπιμέλειας και της διατήρησης σχέσεων με αμφότερους τους γονείς. Χωρίς επαρκείς δομές προστασίας θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας και χωρίς ταχεία και αποτελεσματική απόκριση των δικαστηρίων, υπάρχει ο κίνδυνος το παιδί να εκτίθεται διαρκώς σε ψυχολογική ή και σωματική βία.
- Ισορροπία θεωρίας και πράξης: Αν και ο Ν. 4800/2021 θέτει τη συνεπιμέλεια ως ιδανικό μοντέλο, η έλλειψη συγκεκριμένων πρωτοκόλλων για ειδικές καταστάσεις (π.χ. αποδεδειγμένη ενδοοικογενειακή βία, σοβαρές ψυχικές διαταραχές) δυσχεραίνει την επίλυση ευαίσθητων υποθέσεων. Η κοινή νομική επιταγή μπορεί να οδηγεί σε οριζόντιες λύσεις, αδιαφορώντας για την εξατομίκευση εκεί όπου κρίνεται απολύτως αναγκαία.
- Ανάγκη εκπαίδευσης και αλλαγής νοοτροπίας: Απαιτείται χρόνος και κατάλληλη επιμόρφωση, τόσο των δικαστών όσο και των δικηγόρων και των ειδικών επιστημόνων που εμπλέκονται, ώστε να ανταποκρίνονται αποτελεσματικά σε περιπτώσεις βίας και να προστατεύουν το συμφέρον του παιδιού. Η θεωρητική πρόβλεψη της εξαίρεσης σε περίπτωση κακοποίησης πρέπει να λειτουργεί στην πράξη, με γρήγορες και αποφασιστικές παρεμβάσεις.
8. Συμπεράσματα και προοπτικές
Η μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου μέσω του Ν. 4800/2021 και η καθιέρωση της συνεπιμέλειας ως κανόνα στοχεύουν στην προαγωγή του βέλτιστου συμφέροντος του τέκνου και στη μεγαλύτερη ισότιμη συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή του. Ωστόσο, τα πρώτα δείγματα εφαρμογής αναδεικνύουν ελλείψεις σε υποδομές, δυσκολίες σε περιπτώσεις έντονης σύγκρουσης και το μείζον ζήτημα της κακοποιητικής συμπεριφοράς.
Η αποτελεσματική προστασία του παιδιού και η ανταπόκριση στις πραγματικές ανάγκες της οικογένειας απαιτούν περαιτέρω εξειδίκευση των νομοθετικών ρυθμίσεων, ενίσχυση των υποστηρικτικών δομών, ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση των εμπλεκομένων και, κυρίως, την ταχεία και αυστηρή παρέμβαση σε περιστατικά βίας. Μόνο έτσι η συνεπιμέλεια θα αναδειχθεί σε θεσμό που εξυπηρετεί ουσιαστικά το συμφέρον του παιδιού, χωρίς να μετατρέπεται σε εργαλείο καταπίεσης ή διατήρησης τοξικών καταστάσεων.