Ο πόλεμος και τι δείχνει ο αμείλικτος καθρέπτης (άρθρο του Γιάννη Λούλη)




Ενώ ο πόλεμος συνεχίζεται και η παγκόσμια οικονομική κρίση βαθαίνει, το ζητούμενο είναι η Αμερική και το ΝΑΤΟ να επιδείξουν σύνεση απέναντι στην απόλυτη ανομία του Πούτιν.  Αυτή η σύνεση επιβάλλεται ακόμη περισσότερο, καθώς ο Πούτιν μοιάζει να πετυχαίνει το απόλυτο μίνιμουμ των στόχων του. Εδώ, δεν έχει θέση λοιπόν η όποια αλαζονεία και αυταρέσκεια των Δυτικών Συμμάχων. Αλλιώς κινδυνεύουν να ακολουθήσουν τα πολύ χειρότερα, από τα χειρότερα που βιώνουμε σήμερα στην Ευρώπη. Η στήριξη της Ουκρανίας είναι προφανώς μονόδρομος, με μια αμιγώς αμυντική λογική. Μια ακραία όμως κλιμάκωση της στήριξης δεν θα δηλητηριάσει απλώς το παρόν, αλλά κυρίως θα επηρεάσει το μέλλον. Έτσι οι τοξίνες του σήμερα θα γίνουν ωρολογιακές βόμβες για το μέλλον. Φέρνοντας νέες πληγές και πυροδοτώντας νέες εκρήξεις. Άρα η όποια αυταρέσκεια της Δύσης, περισσεύει. Αποτελεί πολύ επικίνδυνη πολυτέλεια.

Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες λοιπόν, διακριτικά, οφείλουν να συγκρατήσουν κάποιες πιο επιθετικές τάσεις που υπάρχουν στην Αμερική, με στόχο την ταπείνωση της Ρωσίας. Μια τέτοια ταπείνωση, πρέπει να αποφευχθεί. Άρα επιβάλλεται να υιοθετηθούν ανάλογες συγκρατημένες πολιτικές, και συναφής ρητορική. Η αμυντική στρατηγική, ως ασπίδα της Ουκρανίας, καλείται κυρίως να περιορίσει αισθητά τα εδαφικά κέρδη της Ρωσίας. Τούτα τα ισχνά κέρδη, υπό τις περιστάσεις, αποτελούν ούτως ή άλλως, πλήγμα για τον Πούτιν. Την ίδια ώρα όμως ο Πούτιν θα πιστώσει στον εαυτό του και στην πολιτική του τα περιορισμένα κέρδη τα οποία θα παρουσιάσει ως «νίκη» του. Αν συμβεί αυτό, θα πρόκειται για το «καλό σενάριο» του όλου εξωφρενικού και αυθαίρετου φιάσκου του Πούτιν: Όταν φαντασιώθηκε πως η Ρωσία αποτελεί υπερδύναμη. Την ίδια ώρα η Δύση καλείται να μην ονειρεύεται την ανατροπή του καθεστώτος Πούτιν. Τούτο, ως προοπτική, αφορά μόνο τους Ρώσους. Και ο Μπάιντεν έσφαλλε όταν μίλησε, παρορμητικά, για μια ανάλογη προσδοκία καθεστωτικής αλλαγής. Κάτι που ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών διέψευσε. Ενώ μια αποσταθεροποιημένη Ρωσία, μπορεί να αποδειχθεί ακόμη πιο επικίνδυνη από ό,τι είναι τώρα.

Υπό τις περιστάσεις, η Δύση και κυρίως η αμερικανική υπερδύναμη, οφείλουν να επιδείξουν σοφία και υπομονή, κάτι που γενικότερα δεν συνέβη στο πρόσφατο παρελθόν. Άλλωστε, όπως σημειώσαμε από το βήμα αυτό, είναι πρωτίστως η Αμερική (και χώρες όπως η Βρετανία) η οποία άνοιξε το 2000 τις πύλες για έναν Άνομο Κόσμο, κυρίως με την εισβολή στο Ιράκ. Μια εισβολή στηριγμένη σε κατασκευασμένα ψεύδη. Παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο και αγνοώντας το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Παραβιάζοντας επίσης στυγνά, στο όνομα του πολέμου «κατά της τρομοκρατίας», ανθρώπινα δικαιώματα και φιλελεύθερες αξίες. Με ενόχους κυρίως τον Μπους τον Νεότερο (συν τον Τόνι Μπλερ), με απαγωγές, φυλακές κολαστήρια ανά τον κόσμο, όπου βασανίζονταν «ύποπτοι»  χωρίς καμιά νομική προστασία. Για να προστεθούν τα τυφλά drones του Μπαράκ Ομπάμα, ενός ψευδοπροοδευτικού, που η διαδρομή του αποτελεί αποθέωση υποκρισίας και κυνισμού. Έτσι ώστε η Αμερική να κατρακυλήσει στην εκλογή του ακραίου λαϊκιστή Τραμπ. Που με τη σειρά του έθεσε σε άμεσο κίνδυνο το ίδιο το δημοκρατικό σύστημα της χώρας του, ενθαρρύνοντας τη διαβόητη εισβολή στο Καπιτώλιο.

Έχοντας λοιπόν όλα αυτά κατά νου, η πραγματικότητα είναι ωμή σε σχέση με τη διεθνή σκηνή. Ενώ ειδικά τις ημέρες αυτές, αγνοείται κάτι σκοτεινό και κομβικό ως φαινόμενο: Ότι δηλαδή μετά την κατάρρευση του Σοβιετικού Μπλοκ, την πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989, τείνουμε να υποτιμήσουμε την τοξικότητα που εξέπεμπαν ηγετικά μέλη του δημοκρατικού στρατοπέδου. Και κυρίως η μόνη υπερδύναμη, μέσα από τις άνομες και αυθαίρετες πρακτικές στις οποίες θα κατέφευγαν. Για τον Πούτιν, πάντως, τα πράγματα έγιναν ξεκάθαρα: Αφού η μόνη υπερδύναμη προσέφευγε σε αυθαίρετη βία, στο βαθμό που φαντασιώνονταν ο ίδιος τη Ρωσία ως υπερδύναμη, τότε και ο ίδιος πίστευε ότι δικαιούτο να τη μιμηθεί. Άλλωστε η κυριαρχία του στη Ρωσία, εφόσον δεν θα ήταν πρόσκαιρη, θα έπρεπε να έχει ως μόνιμη ιδεολογία έναν ακραίο εθνικισμό, πίσω από τον οποίο θα οχυρώνονταν ο αυταρχισμός του. Με σπονδυλική στήλη τους συναδέλφους του των πρώην μυστικών υπηρεσιών, σε θέσεις κλειδιά. Ενώ γύρω από τη Ρωσία στήριζε φιλικούς δικτάτορες. Ισοπέδωσε λοιπόν την Τσετσενία. Και έκανε το πρώτο βήμα μιας φαντασιακής υπερδύναμης με τους βομβαρδισμούς στη Συρία, επιβάλλοντας έναν απεχθοή δικτάτορα.



Με βάση όλα τα παραπάνω, ο καθρέπτης του σκηνικού αντανακλά μια ξεκάθαρη εικόνα. Έχοντας αποφασίσει ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την εξουσία, ο Πούτιν επένδυσε τα πάντα στο να πείσει τους Ρώσους πολίτες, ότι υπό την ηγεσία του, η Ρωσία έχει μετατραπεί σε υπερδύναμη. Άλλωστε, στη δική του συλλογική, όλες οι  υπερδυνάμεις δεν υπολογίζουν κανόνες και αρχές που περιορίζουν την όποια βούλησή τους. Έτσι, δεν χρησιμοποίησε καν κάποια αξιόπιστη συλλογιστική για την εισβολή του στην Ουκρανία. Ο ισχυρισμός του ότι η Ουκρανία «δεν είναι πραγματικό κράτος», επειδή το λέει ο ίδιος, αποτελεί ό,τι πιο πρωτοφανές που έχει ακουστεί στα πολιτικό-ιστορικά χρονικά! Ταυτόχρονα, πίστεψε στο προσωπικό του μύθευμα, περί υπερδύναμης. Και ακολούθησε το απόλυτο φιάσκο. Ενώ είναι γεγονός πλέον, όπως θα ανέλυε ο Αμερικανός στρατηγός Petraeus (στον Spectator) πως ο Πούτιν πορεύθηκε με δυο κραυγαλέες αδυναμίες που επίσης αποκάλυψε ο καθρέπτης του όλου σκηνικού: Πρώτον, ότι ο ρωσικός στρατός είναι ένα απολίθωμα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Δεύτερον, ότι ο Πούτιν, δεν περιβάλλεται από στρατηγούς με ανεξάρτητη προσωπικότητα και σκέψη, αλλά από πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών που είναι η σπονδυλική του στήλη. Αυτοί είναι απλώς yes men και ανδρείκελα. Οι οποίοι φυσικά δεν τολμούν να τον αμφισβητήσουν σε τίποτα!

Έχουμε να κάνουμε, από τη  μια πλευρά, με μια άκρως επικίνδυνη Ρωσία, διότι ο ηγέτης της κυριαρχείται από φαντασιώσεις ότι είναι πανίσχυρος. Από την άλλη πλευρά δικαιούμαστε να ανησυχούμε για τη σταδιακή και όλο και πιο μεγάλη ένδεια των καπιταλιστικών δημοκρατικών σε ικανό πολιτικό προσωπικό. Ας θυμηθούμε ότι στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές της Αμερικής, οι μισοί ψηφοφόροι που επέλεξαν τον Μπάιντεν δεν το έπραξαν με θετική ψήφο, αλλά απλώς αποδοκίμασαν τον Τραμπ. Ο τελευταίος, αντίθετα (και άκρως ανησυχητικά) επελέγη θετικά από το 90% των ψηφοφόρων του! Με την Αμερική να είναι σε κατάσταση ακρότατου πολιτικού διχασμού και ο Μπάιντεν να κινδυνεύει στις ενδιάμεσες εκλογές (off year elections) να χάσει την πλειοψηφία στα νομοθετικά σώματα. Παράλληλα ο Μπάιντεν αντιμετωπίζεται αρνητικά από το 53% και θετικά μόνο από το 41%. Μόνη παρηγοριά του είναι ότι ο Τραμπ έχει χειρότερη εικόνα. Ταυτόχρονα ο Μπάιντεν χάνει τις κρίσιμες νέες γενιές που αρχικά τον στήριξαν αναφανδόν, και τώρα θα απόσχουν από τις ενδιάμεσες εκλογές. Ο καθρέπτης λοιπόν είναι ξεκάθαρος.

Υπάρχουν πραγματικά ηγετικές μορφές στον χώρο στων καπιταλιστικών δημοκρατιών την εποχή που διανύουμε (αλλά και σε σύντομη προγενέστερη φάση); Πολλά αγιογραφικά, γράφτηκαν για τη Μέρκελ. Πρόκειται για άκριτες υπερβολές. Απέπνεε ηρεμία και είχε τη σιγουριά μιας μακράς κυριαρχίας. Ο εξαίρετος Γερμανός σχολιαστής (που δεν χαρίζεται σε κανέναν) Wolfgang Munchau στις 3-3-2021 το έγραψε ωμά και ακριβοδίκαια στον Spectator, υπό τον τίτλο «Η χαμένη κληρονομιά». Κομβική ήταν παρατήρησή του πως η Μέρκελ υπήρξε «η πιο υπερτιμημένη πολιτική ηγέτης των καιρών μας». Καθώς άλλωστε κατέστησε τη Γερμανία απολύτως δέσμια των ρωσικών φυσικών πόρων. Επρόκειτο περί τραγικού λάθους. Ούτε έχτισε «μια ισχυρή ενωμένη Ευρώπη». Κατάφερε βεβαίως η μετριότητα να γίνει ευρωπαϊκή αξία! Στην εποχή μας, επίσης, ο Μπάιντεν είναι ορατά ασήμαντος. Ο Τζόνσον είναι τραγελαφικός. Μόνο ο Μακρόν έχει κάποια συγκρότηση. Όμως η Γαλλία είναι μία βαθύτατα διχασμένη χώρα, όπως αναλύεται σε εξαιρετική μελέτη του πρόσφατου New York Review of Books.

Αυτά, λοιπόν, δείχνει ο μεγάλος καθρέπτης της εποχής μας. Ενώ βιώνουμε και έναν πόλεμο στην καρδιά της Ευρώπης. Μέχρι τώρα άλλωστε, είχαμε συνηθίσει στην ασημαντότητα του πολιτικού προσωπικού στις δημοκρατίες. Το πολιτικό προσωπικό κυμαίνεται από μεγάλη ή λιγότερη μετριότητα. Εκείνο πάντως που εξέπληξε πολλούς (ευτυχώς) είναι η απόλυτη ανεπάρκεια ενός στυγνού δικτάτορα όπως ο Πούτιν! Που φάνταζε ως κάτι απεχθές, αλλά και ηγετικό. Όμως η μετριότητα και η ακρισία του ξεπέρασαν κάθε φαντασία με την τραγελαφική εισβολή του στην Ουκρανία. Ο ίδιος ήταν προφανώς υπερήφανος για την ωμότητα και στυγνότητά του. Τη βαθιά μετριότητά του,  όμως, τελικά αντανακλά κυρίως ο αμείλικτος καθρέπτης. Που πλέον δεν αφήνει κανέναν να κρυφτεί.

Ο Γιάννης Λούλης είναι επικοινωνιολόγος, πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας πολλών βιβλίων. Το τελευταίο του είναι το: Άνομος κόσμος: Πώς φθάσαμε στην εποχή Τραμπ, Καστανιώτης, 2019. Για όλα τα βιβλία του: johnloulis.gr.

Διαβάστε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.