Π.Φάληρο – « Η γυναίκα της Ζακύνθου» (video)




Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012 και ώρα 20:00 – 21:00
Θεατρική παράσταση από το «Φυτώριο» Αίγινας
« Η γυναίκα της Ζακύνθου»
Το πεζό αριστούργημα του Διονυσίου Σολωμού
Πολυχώρος Δημαρχείου ( Αίθουσα Πολλαπλών Χρήσεων )
( Τερψιχόρης 51 & Αρτέμιδος )

Διονύσιου Σολωμού «Γυναίκα της Ζάκυθος»
«Όραμα του Διονύσιου Ιερομόναχου
εγκάτοικου εις ξωκλήσι Ζακύνθου»Σκηνοθεσία – ερμηνεία
Νίκος Καλαμό

Τόπος της δράσης είναι η Ζάκυνθος και χρόνος το 1826 (όταν οι Τούρκοι πολιορκούν το Μεσολόγγι). Ο αφηγητής ιερομόναχος, άνθρωπος απλός και θεοσεβούμενος, που παρακολουθεί άναυδος όσα συμβαίνουν γύρο του και βλέπει διδακτικά οράματα. Ο τόνος της φωνής του είναι βιβλικός (θυμίζει τον λόγο της Αποκάλυψης) και η αφήγησή του συχνά αλληγορική. Το έργο συντίθεται από δυο διαπλεκόμενα θέματα: τη σκληρή και ανήθικη συμπεριφορά της Γυναίκας και τη δύσκολη ζωή των γυναικών του Μεσολογγιού που βιώνουν την προσφυγιά και την ζητιανιά στο νησί που κατέφυγαν για να γλυτώσουν από τους Τούρκους. Ο Ιερομόναχος Διονύσιος περιγράφει με απροκάλυπτη απέχθεια τον χαρακτήρα της Γυναίκας της Ζάκυθος και στιγματίζει τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίζεται τις Μεσολογγίτισσες. Μιλά για τη μοχθηρή ψυχή της και για το αβυσσαλέο μίσος της απέναντι στην Επανάσταση.Κριτικές και Σχόλια για την Παράσταση “Η Γυναίκα της Ζάκυθος”…

Γράφει η Μαρία Κατσουνάκη
Καθημερινή 09-09-08

Hταν δεν ήταν 50 άτομα όσοι ανηφόρισαν το περασμένο Σάββατο στο Ελληνικό Κέντρο Περίθαλψης Αγρίων Ζώων, λίγο μετά το χωριό Παχειά Ράχη, στην Αίγινα. Η εσωτερική διαδρομή προς το μικρό αμφιθέατρο φωτιζόταν με δάδες –το ηλεκτρικό ταράζει το ευαίσθητο οικοσύστημα– η θέα μοναδική, το βάδισμα των επισκεπτών και το κροτάλισμα των πελαργών, οι μόνοι ήχοι. Απλώσαμε στο ημικύκλιο οι λιγοστοί θεατές, και λίγα λεπτά αργότερα ο Διονύσιος Ιερομόναχος, «εγκάτοικος στο ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου», εμφανίστηκε «για να περιγράψει ό,τι είδε». Η αφήγηση ενός ξεχωριστού έργου της νεοελληνικής λογοτεχνίας, της «Γυναίκας της Ζάκυθος», έχει μόλις αρχίσει. Ο Νίκος Καλαμό, που το σκηνοθέτησε και το ερμηνεύει, υποδύεται τον Ιερομόναχο με όψη κοσμοκαλόγερου και φωνή τόσο εναρμονισμένη στα γυρίσματα του κειμένου ώστε το κοινό παραμένει ασάλευτο. Με κυματισμούς, αναδεικνύοντας το χιούμορ και τη σκληρότητα των κεφαλαίων, παρουσιάζει τη σατιριζόμενη ηρωίδα του έργου «ζωγραφίζοντας» την εξωτερική και εσωτερική της ασχήμια. Ο Διονύσιος Σολωμός «το σώμα και την ψυχή της, συνδεδεμένα με μια δύσμορφη σατανική συζυγία, τα προβάλλει αφηγηματικά και όχι δραματικά», όπως σημειώνει η Ελένη Τσαντσάνογλου στην εξαιρετική έκδοση του έργου (από την «Ωκεανίδα»), με εικονογράφηση του Χρόνη Μπότσογλου. Την ίδια παρτιτούρα ακολουθεί και ο ηθοποιός Νίκος Καλαμό. Κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί στη μυστηριακή γοητεία αυτού του κειμένου, στον βίο και την πολιτεία της σατανικής ζακυνθινής γυναίκας με την εκτρωματική εσωτερική και εξωτερική ασχήμια που τη μετατρέπει σε λάγνο όργανο του Διαβόλου οδηγώντας την στην αυτοκαταστροφή.

Οι εικόνες σχηματίζονται αδρά. Οι αναμμένοι πυρσοί και η Φύση συναινούν. Στο γείσο του κτιρίου, που βρίσκεται ακριβώς πίσω από την μικρή σκηνή, έχουν πάρει θέσει πελαργοί και άλλα πουλιά, διόλου ενοχλημένα από την απροσδόκητη, ειρηνική εισβολή στο χώρο τους. Μερικές φορές, οι ήχοι τους συντονίζονται με την αφήγηση: «Κι ακούστηκε δυνατότερο το μουρμουρητό στον καλαμιώνα», λέει ο ποιητής και τα κροταλίσματα ζωηρεύουν. Αναπάντεχη «συνάντηση» Φύσης και τέχνης, σε μια βραδιά όπου τίποτα δεν περίσσευε. Ολα ήταν παράξενα ήσυχα, ταιριαστά και αρμονικά.

Ο ηθοποιός δούλευε τον λόγο του ποιητή επτά χρόνια πριν το παρουσιάσει με το θεατρικό φυτώριο της Αίγινας, το 2007 για πρώτη φορά με αφορμή το έτος Διονύσιου Σολωμού. Και δεν βάζει τελεία, όπως ομολόγησε. Συνεχώς αναζητάει μελέτες, διαβάζει, εμπλουτίζει τη σχέση του με το κείμενο και την ερμηνεία του. Ακολουθώντας πότε πότε το ζακυνθινό επιτονισμό των λέξεων, με επεξεργασμένη εκφορά (μακράν της όποιας γραφικότητας), με κατακτημένη λιτότητα και σεμνότητα. Ο θεατής γίνεται την ίδια στιγμή και αναγνώστης. Βλέπει με ευγλωττία και αφουγκράζεται με εικαστικότητα: «και το πρόσωπο του γέρου ήταν σαν το τζίτζικα• και της παιδούλας σαν την έκλειψη του φεγγαριού• και της γραίας σαν τ’ άγρια μεσάνυχτα». Τίποτα δε χάνεται• όλα βρίσκουν το ταίρι τους: οι λέξεις με τη Φύση, η Φύση με την ποίηση, η ποίηση με τους θεατές. Το θέατρο στην πιο πλήρη και μοναχική έκφρασή του.

Γράφει ο Μπακουνάκης Νίκος

Ο ιερομόναχος της Πειραιώς
Ζει σε μιαν άκρη της Αίγινας, σε ένα γεωγραφικό σημείο μεταφοράς, εκεί όπου ο αέρας και η αφρισμένη θάλασσα σε κάνουν να πιστεύεις ότι βρίσκεσαι στην άκρη του κόσμου. Μορφή ασκητική, οστεώδης. Κοσμικός και ταυτόχρονα απόκοσμος. Οταν εμφανίζεται στη σκηνή, φορώντας ένα τριμμένο ράσο, και λέει την πρώτη φράση: «Εγώ Διονύσιος Ιερομόναχος, εγκάτοικος στο ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, για να περιγράψω ό,τι στοχάζουμαι λέγω», ένα ρίγος μάς διαπερνάει, το σωτήριο ρίγος της λογοτεχνίας, η συγκίνηση του θεάτρου. Βρισκόμαστε αμέσως στον κρυπτικό, μεταφυσικό, ρομαντικό, θολό και ερεβώδη κόσμο του Διονυσίου Σολωμού, στον κόσμο της«Γυναίκας της Ζάκυθος».

Εφτά χρόνια δούλευε ο Νίκος Καλαμό, ο Καλαμό όπως τον λένε όσοι τον ξέρουν, το κείμενο του Διονυσίου Σολωμού, προτού το παρουσιάσει για πρώτη φορά το 2007 με το Θεατρικό Φυτώριο Αίγινας. Από τότε το παρουσιάζει συχνά, στα πιο παράδοξα μέρη, στις πιο απόκοσμες σκηνές, όπως είναι η Μαύρη Ράχη των Ψαρών. Το έχω δει τρεις φορές σε τρεις διαφορετικούς χώρους και κάθε φορά ανακαλύπτω καινούργια πράγματα. Η πρώτη φορά ήταν στην αυλή του Λαογραφικού Μουσείου της Αίγινας, ένα νεοκλασικό ντεκόρ που σκεπάστηκε αμέσως, αλληγορικά, από το μαύρο του τριμμένου ράσου. Η άλλη ήταν στο θεατράκι του Κέντρου Περίθαλψης Αγρίων Ζώων Αίγινας, σε μια κρυφή πλαγιά του Ορους, μέσα στην πηχτή νύχτα, με ηχητικό υπόβαθρο τα ερωτικά καλέσματα των πληγωμένων πουλιών. Η τρίτη ήταν στο «Στούντιο Λήδρα» της Πλάκας, η παλιά μπουάτ, τώρα θεατράκι του Τμήματος Επικοινωνίας του Παντείου, μικρή σκηνή που αναδείκνυε μια κλειστοφοβική όψη του σολωμικού κειμένου. Κάθε φορά κι ένας άλλος Καλαμό, μια καινούργια ερμηνευτική απόχρωση, αφού ο ηθοποιός αντιμετωπίζει τη«Γυναίκα της Ζάκυθος»ως ένα ανοικτό κείμενο που του φανερώνεται όσο περισσότερο το ερμηνεύει, όσο περισσότερο διαβάζει και μελετάει γι΄ αυτό. Κλειδί της ερμηνείας του είναι ο ιδιαίτερος τονισμός των λέξεων, που σε εξοικειώνει με το κείμενο αναδεικνύοντας παράλληλα την απόκοσμη γοητεία του. Το σίγουρο είναι ότι ο Καλαμό μάς δείχνει έναν δρόμο να πλησιάσουμε ένα από τα πιο δύσκολα, αινιγματικά κείμενα της νεοελληνικής λογοτεχνίας.

Μαθητής της Στέλλας Αντλερ στη Νέα Υόρκη (στο Ν.Υ. Conservatory of Αcting), με εμπειρία σε off Βroadway παραστάσεις, ο Νίκος Καλαμό επέστρεψε στην Ελλάδα με τη σπάνια φιλοσοφία του επαγγελματία ηθοποιού που δεν διστάζει να περάσει στην πλευρά του ερασιτέχνη. Αλλωστε ο βιοπορισμός του δεν είναι τώρα το θέατρο, αλλά μια χειρωνακτική- καλλιτεχνική-εργασία. Κι όταν κάνει θέατρο, η αφοσίωσή του είναι καθολική, ίσως γι΄ αυτό επαναλαμβάνει κάθε φορά με ανανεωμένο πάθος και νέα γνώση τα λόγια του Διονυσίου του Ιερομονάχου.

Σήμερα το βράδυ, αύριο Δευτέρα και μεθαύριο Τρίτη στο αμφιθέατρο του Μουσείου Μπενάκη, στην οδό Πειραιώς 138, στις 9, ο Νίκος Καλαμό θα φορέσει και πάλι το ράσο του Διονύσιου. Χωρίς ντεκόρ, χωρίς εφέ, παρά μόνο μ΄ έναν στοιχειώδη φωτισμό, σε μια παράσταση μύησης και ανακάλυψης.

Από την Αρκουμανέα, Λουίζα

«Οπίσω από τον καθρέφτη»
«Η γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονυσίου Σολωμού σε σκηνοθεσία και ερμηνεία Νίκου Καλαμό στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς

Η γυναίκα της Ζάκυθος ενσαρκώνει το κακό: όχι το κακό ως φιλοσοφική έννοια, ούτε ως ένα μυθικό ον• αλλά το κακό ως καθημερινή πράξη, ως απτή, ανατριχιαστική απόδειξη ότι οι χειρότερες των προθέσεων μπορεί να κατοικούν στα πιο ασήμαντα πλάσματα που περπατούν και αναπνέουν δίπλα μας.

Θα μπορούσε κανείς να πει πως η ζοφερή φύση της γυναίκας της Ζάκυθος οφείλεται στην ασύλληπτη εξωτερική ασχήμια της που την οδηγεί να τα βλέπει όλα ως αντανάκλαση του εαυτού της: μια νέα γυναίκα με θωριά γεροντίστικη, φαγωμένη από το «τηχτικό», με στήθη σαν καπνοσακούλες, με πρόσωπο σαν καλαπόδι, δόντια μισοσαπισμένα και μάτια ολόμαυρα που «εστριφογυρίζανε εδώ και εκεί γυρεύοντας το κακό, και το βρίσκανε και όπου δεν ήτουν». Αποκρουστική στην όψη, αν και με μεγάλη ιδέα για την αφεντιά της, δεν υπάρχει αρνητική σκέψη που να μην περνάει από το μυαλό της και προσβλητική φράση που να μην εκφέρεται από το στόμα της. Τα βράδια ονειρεύεται «φούρκες, φυλακές και Τούρκους που νικάνε και Γραικούς που σφάζονται». Τις μέρες ηδονίζεται να ταπεινώνει και να βρίζει όσους έχουν την ατυχία να πέσουν στην ανάγκη της. Ακόμη και τις δύσμοιρες Μεσολογγίτισσες που φτάνουν στη Ζάκυνθο ζητώντας ελεημοσύνη για τους εγκλωβισμένους άνδρες τους.

Αντιμέτωπος με αυτό το θηλυκό-τέρας, ο αφηγητής του ποιητικού έργου, ο Διονύσιος Ιερομόναχος, εγκάτοικος εις ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, νιώθει ανήμπορος να βγάλει άκρη, να εξηγήσει αυτό το σκοτάδι απ΄ όπου δεν καταφέρνει καμία αχτίδα φωτός να περάσει. «Και γυρεύοντας να ιδώ εάν μέσα σε αυτήν την ψυχή, εις την οποίαν αναβράζει η κακία του Σατανά, αν έπεσε ποτέ η απεθυμιά του παραμικρού καλού, έπειτα που εστάθηκα να συλλογιστώ καλά, ύψωσα το κεφάλι μου και τα χέρια μου στον ουρανό και εφώναξα: “Θε μου, καταλαβαίνω πως γυρεύω ένα κλωνί αλάτι μες στο θερμό”». Ισως ο Μποντλέρ είχε την απάντηση στα αγωνιώδη ερωτήματα του ιερομονάχου όταν έγραφε «το κακό γίνεται χωρίς προσπάθεια, με φυσικότητα, είναι πεπρωμένο».

Η γυναίκα της Ζάκυθος καταδιώκει τον ιερομόναχο σε τέτοιον βαθμό ώστε τη βλέπει στο όνειρό του: για την ακρίβεια, στο όραμά του, πίσω από μια εκκλησία όπου τον τυλίγουν οι αναθυμιάσεις του λιβανιού. Η μεταφυσική αγριότητα του οράματος είναι μοναδική (θα έλεγα όχι μόνο για την ελληνική αλλά και για την παγκόσμια λογοτεχνία). Ο Σολωμός πλάθει εδώ ένα σύμπαν που θυμίζει Αποκάλυψη: η γη τρέμει, ο αέρας γεμίζει αστραπές, ο αφηγητής χάνει στιγμιαία την όρασή του και ακούει φωνές που μιλούν για «εκδίκησην Θεού». Από εκεί και πέρα αναδύεται μια ροή εικόνων τρομακτικών, ένα εφιαλτικό γαϊτανάκι που στήνεται γύρω από τη γυναίκα της Ζάκυθος, την κόρη της, την πεθαμένη μάνα της και τον γέρο πατέρα της που έρχονται να την καταδιώξουν, φέρετρα που ανοίγουν, σάρκες που σαπίζουν, μιλιούνια μύγες που κάθονται πάνω σε φιδίσια μαλλιά και ματωμένα σεντόνια, αναθυμιάσεις λειψάνων, μισοσκοτωμένα πουλιά, λυσσασμένοι χοροί, και τέλος μια αυτοκτονία: «Κι εσηκώθηκα και επήα οπίσω από τον καθρέφτη και είδα τη γυναίκα της Ζάκυθος που εκρεμότουνα και εκυμάτιζε».

Το όραμα συνεχίζεται, το ποίημα όμως τελειώνει, επειδή ως γνωστόν δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Οι ειδικοί εικάζουν ότι ο Σολωμός δούλεψε πάνω στη Γυναίκα της Ζάκυθος από το 1826 ως το 1833. Επτά χρόνια το επεξεργαζόταν ο ποιητής το μυστηριώδες αριστούργημά του και επτά χρόνια το μελετούσε και το παίδευε ο Νίκος Καλαμό προτού το παρουσιάσει στην Αίγινα για πρώτη φορά, το 2007. Εκτοτε γυρίζει την Ελλάδα ερμηνεύοντας τον μονόλογο στα πιο απίθανα μέρη: στη Μαύρη Ράχη των Ψαρών, στο Καψάλι Κυθήρων, αλλά και σε πιο «βατά», όπως το Στούντιο Λήδρα του Παντείου Πανεπιστημίου.

Προσωπικά είχα την τύχη και την ατυχία να τον δω προ ημερών στο Αμφιθέατρο του Μουσείου Μπενάκη της οδού Πειραιώς. Η τύχη έχει να κάνει με τη θεατρική εμπειρία per se και η ατυχία με τον ψυχρό, αποστειρωμένο και διόλου ατμοσφαιρικό χώρο του αμφιθεάτρου. Εστω: όπως το κακό, έτσι και το καλό μπορεί να ανθεί στα πιο απρόσμενα μέρη.

Ο Καλαμό συνοψίζει ως παρουσία, ως αισθητική, το «δόγμα» Πίτερ Μπρουκ: επιστροφή στα βασικά. Η λιτότητα αυτού του μοναχικού «καλόγερου», που έχει με τα χρόνια ακονίσει την τέχνη του ώστε να μην υπάρχει τίποτε περιττό, είναι εκθαμβωτική. Με ένα απλό καφετί ράσο σε μια γυμνή σκηνή και με ελάχιστο παιχνίδι φωτισμών ο ηθοποιός μάς ταξιδεύει στον κόσμο του Σολωμού με μοναδικό όπλο τη δύναμη της αφήγησης, την ικανότητα να μετατρέπει τις λέξεις- τις άγνωστες ενίοτε λέξεις- σε χειροπιαστές, αισθησιακές οντότητες, προσαρμόζοντας διακριτικά το ύφος, τις κινήσεις και τις χειρονομίες του στις εναλλαγές των προσώπων. Ο Καλαμό είναι επί σκηνής ο λαϊκός αφηγητής μακρινών εποχών, όταν μονάχα η προφορική παράδοση διέσωζε τα κείμενα και η αναμετάδοσή τους ενώπιον ακροατηρίου ήταν υπόθεση υψίστης σημασίας. Και η αίσθηση αυτή διαπερνά τη φιγούρα που βρίσκεται ενώπιόν μας, χωρίς όμως να τη βαραίνει: αντιθέτως, ο ερμηνευτής διατηρεί μιαν αναζωογονητική ελαφράδα μέχρι τέλους.

Ενα συγκλονιστικό έργο, που γράφτηκε στον αχό της ελληνικής επανάστασης• ένας ηθοποιός-μελετητής, ο Νίκος Καλαμό, που αφοσιώνεται για χρόνια στο έργο αυτό με μια εμμονή που ξεπερνάει τα όρια του θεάτρου και αποκτά διάσταση αποστολής• μια ερμηνεία που κάνει το κείμενο να λάμπει και ένα ράσο: καμιά φορά «τα βασικά» είναι αρκετά να μας πάνε στην κόλαση και στον παράδεισο μέσα σε μία ώρα.

 

Διαβάστε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.